Search

Στρατής Ταξείδης : «Η βιοποικιλότητα του νησιού μας καθορίζει και την ταυτότητα του λεσβιακού μελιού»

Έχοντας συμπληρώσει 35 χρόνια συνεχούς παρουσίας, ο Μελισσοκομικός Συνεταιρισμός Λέσβου παράγει και διαθέτει στην αγορά επώνυμο λεσβιακό μέλι. Με χαρακτηριστικά που «δένουν» με το φυσικό περιβάλλον του νησιού, γεύση, χρώμα και υφή μοναδική, το μέλι της Λέσβου έχει όνομα και χαρακτήρα «συνεταιριστικό».

Ο πρόεδρος του Μελισσοκομικού Συνεταιρισμού Λέσβου Στρατής Ταξείδης, γεωπόνος στο επάγγελμα, μοιράζεται μαζί μας τα μυστικά του καλού μελιού και μας συμβουλεύει πως να το ξεχωρίζουμε και να το επιλέγουμε μέσα από πληθώρα προϊόντων που έχουν κατακλύσει τα ράφια των καταστημάτων.

Πόσα χρόνια παρουσίας μετρά ο Μελισσοκομικός Συνεταιρισμός Λέσβου;

Ο Συνεταιρισμός μας ιδρύθηκε το 1982, αλλά δυναμική παρουσία έχει από το 1996, καθώς τότε ξεκίνησε την τυποποίηση και εμπορία μελιού.

Πόσα μέλη αριθμεί και τι χρειάζεται για να εγγραφεί κανείς μέλος;

Έχουμε περίπου 100 μέλη από όλο το νησί της Λέσβου και σχεδόν από όλα τα χωριά. Τα μέλη μας διατηρούν αθροιστικά περίπου 10.000 κυψέλες . Για να γίνει κάποιος μέλος αρκεί μια απλή αίτηση και αγορά των συνεταιριστικών μετοχών, όπως ισχύει σε όλους τους συνεταιρισμούς.

Σε ποια κατηγορία(ποσοτική) εντάσσεται η Λέσβος στην παραγωγή μελιού;

Αν αποπειραθούμε να ορίσουμε κάποιες κλίμακες παραγωγής μελιού για κάθε περιοχή της Ελλάδας, τότε η Λέσβος- όπως και σχεδόν όλα τα νησιά- θα εντάσσονταν στην κατηγορία χαμηλής παραγωγής.

Αυτό συμβαίνει γιατί στην Ηπειρωτική Ελλάδα είναι δυνατόν ένας μελισσοκόμος να μεταφέρει τα μελίσσια του σε πολλές ανθοφορίες και έτσι να πολλαπλασιάσει την παραγωγή μελιού. Για παράδειγμα, ένας μελισσοκόμος της Στερεάς Ελλάδας μπορεί να μεταφέρει τις κυψέλες του μέχρι και σε 8 ανθοφορίες όπως π.χ. πορτοκάλια, βαμβάκι , ηλίανθο, πεύκο , έλατο κτλ. Δυστυχώς όμως στα νησιά αυτή η δυνατότητα δεν υπάρχει, οπότε αρκούμαστε σε λιγότερο αλλά ποιοτικότερο μέλι.

Ποια είναι τα πιστοποιητικά που συνοδεύουν ένα μέλι με «ταυτότητα»;

Για ένα τυποποιημένο μέλι καλής ποιότητας ο παραγωγός οφείλει να δίνει προσοχή στα δυο βασικά κομμάτια της τυποποίησης που είναι : πρώτον το προϊόν και η ποιότητα του και δεύτερον η ασφάλεια και η υγιεινή του. Οπότε ένα ποιοτικό μέλι πρέπει να φέρει ενδείξεις προέλευσης και όσο αφορά στην ασφάλεια και την υγιεινή του σίγουρα κάποιο πρότυπο διαχείρισης (π.χ. ISO 22.000) είναι επιθυμητό.

Για ποιον κατά προσέγγιση αριθμό μελισσοκόμων μιλάμε, ενταγμένα μέλη και ανεξάρτητοι παραγωγοί ;

Ο Συνεταιρισμός μας έχει περίπου 100 μέλη με 10.000 κυψέλες ενώ υπάρχουν περίπου άλλοι 30 μελισσοκόμοι με περίπου 1.200 κυψέλες εκτός συνεταιρισμού και πολλοί ερασιτέχνες με άγνωστο αριθμό κυψελών.

Ποια είναι η γενικότερη κατάσταση στο νησί μας όσον αφορά στις συνθήκες μελισσοκομίας που επικρατούν τα τελευταία χρόνια;

Τα τελευταία χρόνια βλέπουμε μια αστάθεια και μια ανομοιομορφία στις καιρικές συνθήκες που επηρεάζουν πρώτα τις μέλισσες. Βλέπουμε ότι μια άνυδρη χρονιά ακολουθείται από μια βροχερή και μια χρονιά με ζεστό χειμώνα να ακολουθείται από μια με κρύο κτλ. Αυτό έχει μεγάλη συνέπεια στην άγρια χλωρίδα του νησιού, κάτι που μεταφέρεται γραμμικά και στις μέλισσες.

Έτσι βλέπουμε ανθοφορίες που προτιμούν οι μέλισσες να αλλάζουν από χρόνο σε χρόνο. Η βιοποικιλότητα του νησιού μας είναι τέτοια που κάθε τόπος έχει τις δικές του ανθοφορίες ( π.χ. θυμάρι στην Ερεσό , λυγαριά στον Πολιχνίτο , καστανιά στην Αγιάσο κτλ ) και είναι δύσκολο να μιλήσουμε γενικά. Το σημαντικό είναι κατά την περίοδο της άνοιξης, όπου τα μελίσσια αναπτύσσονται ταχύτατα και έχουν τεράστιες απαιτήσεις σε γύρη και νέκταρ να υπάρχουν ανάλογες βροχοπτώσεις ώστε να βοηθηθούν τα φυτά. Πλην ελαχίστων ετών αυτό συμβαίνει στο νησί μας.

Ειδικά την περσινή χρονιά τα μελίσσια της Λέσβου δοκιμάστηκαν πολύ από μια ασθένεια που σχεδόν κατέστρεψε όλη την παραγωγή. Η βαρρόα έπληξε σημαντικά τις κυψέλες σε σημείο που πολλοί έχασαν όλη την παραγωγή τους. Η σοβαρότερη ασθένεια της μέλισσας είναι η Βαρροϊκή ακαρίαση, που προκαλείται από το ακάρι Varroadestructor . Το ακάρι αυτό είτε θανατώνει τις νεαρές μέλισσες είτε πλήττει την ευζωία και λειτουργικότητα των ακμαίων μελισσών. Υπάρχει σε όλες, μα όλες τις κυψέλες και χρειάζεται συγκεκριμένο πρόγραμμα καταπολέμησης είτε με φάρμακα είτε με κάποιες άλλες πρακτικές όπως η θανάτωση κηφηνογόνου. Οπότε σε ετήσια βάση ο μελισσοκόμος οφείλει να εφαρμόζει ένα πρόγραμμα καταπολέμησης του ακάρεως το οποίο όμως έχει κόστος και κάποιο κόπο.

Αρκετοί ,κυρίως ερασιτέχνες, μελισσοκόμοι προμηθεύονται μέσω διαδικτύου φθηνά, παράνομα σκευάσματα που δεν έχουν κάποια φερέγγυα αποτελεσματικότητα αλλά και είναι επίφοβα για την υγεία εκείνου που θα καταναλώσει το μέλι.

Έχουν αναφερθεί πολλοί θάνατοι μελισσών οι οποίοι οφείλονται-σύμφωνα με τις καταγγελίες των παραγωγών στην έξαρση των φυτοφαρμάκων.Είναι ένα πρόβλημα που εντοπίζεται σε κάποιες περιοχές του νησιού. Έχουν αναφερθεί κρούσματα κυρίως στη περιοχή της Γέρας. Δεν μπορούμε όμως να πούμε ότι στο νησί μας είναι τόσο κρίσιμη η κατάσταση ή μη ελεγχόμενη, καθώς ο κόσμος γνωρίζει και προφυλάσσεται. Θα πρέπει οι χρήστες γεωργικών φαρμάκων να ακολουθούν τις οδηγίες χρήσης. Σημαντικό είναι να ψεκάζουν αργά το σούρουπο όταν οι μέλισσες δεν πετούν.

Πως και αν καλύπτεται μια σοβαρή ζημιά σε ένα μελίσσι; Υπάρχει κάποια αποζημίωση που δίδεται στους παραγωγούς;

Δυστυχώς δεν καλύπτεται αν και τα δηλωμένα μελισσοσμήνη αποδίδουν εισφορές στον ΕΛΓΑ δεν υπάρχουν περιπτώσεις αποζημιώσεων.

«Στα «ύποπτα» μέλια, υπερβολικά χαμηλής τιμής, η ποιότητα και η θρεπτική τους αξία είναι σοβαρά υπολειπομένη»

Πολλοί καταναλωτές διαμαρτύρονται για τη μεγάλη ψαλίδα που υπάρχει στην τιμή του μελιού, όπως αυτή αναγράφεται στο ράφι του σουπερμάρκετ και καταβάλλεται στον παραγωγό; Πώς το αιτιολογείτε αυτό;

Εμείς τυποποιούμε και εμπορευόμαστε μόνοι μας τα προϊόντα μας και δεν πουλάμε σε χονδρεμπόρους. Ξέρω ότι στην υπόλοιπη Ελλάδα συμβαίνει σε ορισμένες περιοχές

Η εμπορική πραγματικότητα στα μαγαζιά της Λέσβου ποια είναι;

Η εμπορική πραγματικότητα στο μέλι έχει ως εξής : χοντρικά μπορούμε να ορίσουμε τρεις κατηγορίες μελιού, σύμφωνα με το τι βρίσκουμε στο ράφι. Η πρώτη κατηγορία είναι το μέλι ανώτερης ποιότητας, που προέρχεται είτε από μελισσοκόμους που τυποποιούν τη σοδειά τους είτε από συνεταιριστικές οργανώσεις, όπως το δικό μας και είναι προϊόν με μεγάλο κόστος παραγωγής, βασισμένο στις παραδοσιακές πρακτικές και πολύ υγιεινό. Μια δεύτερη κατηγορία είναι το μέλι μεγάλων μονάδων τυποποίησης, που συλλέγουν μέλια από όλη την Ελλάδα και κάνουν αυτό που λέμε «χαρμάνι», αναμειγνύουν διαφορετικά μέλια και πετυχαίνουν σταθερά χαρακτηριστικά όπως χρώμα, άρωμα κτλ. Τα μέλια αυτής της κατηγορίας είναι φθηνότερα λόγω της αυτοματοποιημένης τυποποίησης τους και των συμπιεσμένων τιμών αγοράς του μελιού από τους μελισσοκόμους. Τέλος είναι τα «ύποπτα» μέλια, υπερβολικά χαμηλής τιμής έως και 80% φθηνότερα, των οποίων η ποιότητα και η θρεπτική τους αξία είναι σοβαρά υπολειπομένη. Έχουν δε αναφερθεί περιπτώσεις μελιών επικίνδυνων για την υγεία των καταναλωτών. Οπότε θεωρούμε βασικό να μάθει ο καταναλωτής να διαβάζει τις ετικέτες, ώστε να ξέρει τι αγοράζει.

Τι σημαίνει η ένδειξη «εντός Ε.Ε.»;

Ένα μέλι που γράφει ότι παράγεται εντός Ε.Ε. σημαίνει ότι έχει παραχθεί σε κάποια χώρα της Ε.Ε.(άγνωστο που… ..). Όλα τα μέλια πρέπει να αναγράφουν τον κωδικό του τυποποιητηρίου και τη διεύθυνση του.

Έτσι π.χ. αν ένα μέλι έχει παραχθεί εντός Ε.Ε. έχει συσκευαστεί στην Ελλάδα και κοστίζει 4€ είναι κάπως ύποπτο!

Επίσης ένα μέλι που αναφέρει στην ετικέτα ότι είναι ελληνικό, δε σημαίνει απαραίτητα ότι είναι και από συγκεκριμένο τόπο. Υποθετικά, αν συσκευάσουμε ένα μέλι από τη Χίο στη Μυτιλήνη είναι μεν Ελληνικό αλλά όχι Λεσβιακό!

Το δικό σας μέλι είναι καθαρά συνεταιριστικό και μάλιστα επιλέξατε να έχει και αυτή την επωνυμία, γιατί;

Το μέλι μας κυκλοφορεί με την ονομασία «ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΤΙΚΟ» σε τρεις συσκευασίες (250, 450 και 920 γρ.) σε όλα σχεδόν τα μπακάλικα, μίνι μάρκετ του νησιού και στα περισσότερα supermarket.

Το κόστος του κυμαίνεται από 10,5€ έως 12,5€. Προέρχεται από καλοκαιρινά και ανοιξιάτικα φυτά του νησιού μας με έντονη παρουσία καλοκαιριών άγριων βοτάνων (λυγαριά, ρίγανη κτλ).

Είναι μέλι αποκλειστικά από συνεταίρους μελισσοκόμους το οποίο συλλέγεται, αναλύεται εργαστηριακά για νοθείες ή κατάλοιπα φαρμάκων και κατόπιν τυποποιείται σύμφωνα με το πρότυπο ασφαλείας ISO 22 000 σε ιδιόκτητο τυποποιητήριο. Θεωρούμε ότι οι καταναλωτές πρέπει να επιλέγουν το δικό μας μέλι όχι μόνο για την εξαιρετική του ποιότητα αλλά και γιατί είναι αντιπροσωπευτικό του τόπου μας και της χλωρίδας του νησιού μας.

Τι θα συμβουλεύατε ένα νέο παραγωγό να κάνει στην περίπτωση που θα θελήσει να βάλει μελίσσια;

Κάθε χρόνο αρκετός κόσμος θεωρεί ότι η μελισσοκομία είναι μια αρκετά επικερδής δραστηριότητα με χαμηλό κόστος και έτσι ξεκινά να ασχολείται. Δυστυχώς δεν ισχύει ούτε το ένα ούτε το άλλο. Επίσης. προκειμένου ο μελισσοκόμος να εκμεταλλευτεί καλύτερα τις μέλισσες του θα πρέπει να αντιλαμβάνεται τις επιλογές και τις απαιτήσεις τους έγκαιρα. Επειδή όμως η μέλισσα δεν είναι εξημερωμένο ζώο όπως π.χ. ένα πρόβατο ή μια αγελάδα ο μελισσοκόμος καλείται να ξεφύγει από τη λογική αυτή. Αυτός είναι και ο λόγος που ο κάτοχος μελισσών δεν καλείται μελισσοτρόφος ( όπως κτηνο-τροφος) αλλά μελισσοκόμος, δλδ αυτός που περιποιείται τις μέλισσες. Με λίγα λόγια οι μέλισσες δε σκέπτονται όπως ένα θηλαστικό και προκειμένου να τις κατανοήσουμε πρέπει να τις αγαπήσουμε πραγματικά και όχι να τις δούμε ως μέσο κερδοφορίας. Όσοι τις βλέπουν σαν πηγή εισοδήματος αποτυγχάνουν πολύ γρήγορα.

Λένε ότι αν εξαφανιστούν οι μέλισσες ο πλανήτης δεν θα έχει μεγάλο υπόλοιπο ζωής. Συμφωνείτε με αυτό;

Αν θα αφανιστεί ο κόσμος δεν είμαστε σε θέση να το γνωρίζουμε, πάντως το οικοσύστημα με τη μορφή και τη δομή που το γνωρίζουμε σήμερα θα αλλάξει.

Προκειμένου ένα οποιοδήποτε φυτό να καταστήσει γόνιμο το σπόρο του θα πρέπει να μεταφερθεί γύρη από τους ανθήρες στον ύπερο του άνθους. Αυτό μπορεί να γίνει με δυο τρόπους τον άνεμο και τα έντομα. Τα περισσότερα φρούτα και λαχανικά αλλά και άγρια φυτά και δένδρα απαιτούν τα έντομα για τη μεταφορά γύρης. Οι δυο καλύτεροι μεταφορείς ( επικονιαστές) είναι η μέλισσα και ο βομβίνος. Η μέλισσα πραγματοποιεί το 80-90% της επικονίασης του πλανήτη, οπότε μπορούμε να αναλογιστούμε τη σημαντικότητα της.

Δικαίως, λοιπόν, έχει χαρακτηριστεί από το Earthwatch Institute ως το σημαντικότερο είδος του πλανήτη