Search

120 ΧΡΟΝΙΑ TERIADE- Α΄μέρος : Στέλιος Ε. Δασκαλάκης

 

Γράφει ο :Στέλιος Ε. Δασκαλάκης

Μουσειογράφος MPhil

Προϊστάμενος του Τμήματος Συντήρησης της ΕΦΑ Αθηνών

 

«Όταν σφαλώ τα μάτια για να δω, ν΄ ακούσω, να μυριστώ και ν΄ αγγίξω μιά χώρα που γνώρισα, νιώθω να ταράζεται και ν΄ αναγαλλιάει το κορμί μου, σα να ΄ρχεται κοντά μου πρόσωπο αγαπημένο. »

Με αυτά τα λόγια το 1935 ο Νίκος Καζαντζάκης ξεκινά το βιβλίο του«Ταξιδεύοντας στην Ιαπωνία»και είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος που ο ίδιος προσεγγίζει μια χώρα, ενεργοποιώντας όλες του τις αισθήσεις.

Έτσι ακριβώς είναι η δημιουργία ενός μουσείου. Απαιτεί από τον μουσειογράφο να αγγίζει τα αντικείμενα του, να αφουγκρασθεί τις ιστορίες που αυτά έχουν να διηγηθούν, να οσμισθεί τα υλικά κατασκευής τους, να δει την ομορφιά που εκπέμπουν ή αυτή που επιμελώς κρύβουν από τους αδιάφορους. Όλες οι αισθήσεις ενεργοποιούνται για να μπορέσουν μετά να μεταδώσουν συναισθήματα σε όσες από αυτές ο κάθε επισκέπτης έχει ανοιχτές κατά την επίσκεψη του. Αισθήσεις και συναισθήματα και γνώσεις σε εύθραυστη ισορροπία.

Στην περίπτωση του Μουσείου – Βιβλιοθήκη Στρατή Θ. Ελευθεριάδη – Tériade η διαδικασία της ανακάλυψης των αντικειμένων, εξελίχθηκε στην αποκάλυψη της συναρπαστικής προσωπικότητας του δωρητή, …σαν να ήρθε κοντά μου πρόσωπο αγαπημένο.

Ο δεκαοκτάχρονος Στρατής, γιος έμπορου από την Μυτιλήνη, ταξιδεύει το 1915 για να σπουδάσει νομικά με το μυαλό, αλλά η καρδιά του αγαπά την τέχνη και ευτυχώς η καρδιά κερδίζει. Γνωρίζει όλες τις μεγάλες προσωπικότητες των τεχνών και μαζί τους συν-δημιουργεί τα ωραιότερα ίσως βιβλία τέχνης που έχουν εκδοθεί.

 

«Το Verve γεννήθηκε τον Δεκέμβριο του 1937.

Σε περιόδους αγωνίας γίνονται τέτοια πράγματα…

Όταν υπάρχουν μεγάλες κρίσεις. Όταν βρισκόμαστε πραγματικά σε απόγνωση και δεν έχουμε τίποτε να χάσουμε. Ή μάλλον, φοβόμαστε ότι όλα θα χαθούν αφού περιμένουμε την καταστροφή… τότε όλοι είναι ικανοί για παράτολμες και παθιασμένες πράξεις»[1]E. Tériade

Εγκαίνια Μουσείου Teriade

 

 

Το Παρίσι δεν μπόρεσε να τον κάνει να ξεχάσει το νησί του.

Ο ίδιος από τη δεκαετία του ’60 σχεδιάζει τη δημιουργία ενός πάρκου μουσείων, έννοια που μουσειολογικά εμφανίζεται δεκαετίες αργότερα, προικίζοντας με μια τεράστια κληρονομιά τον αγαπημένο του τόπο. Μαζί με τους φίλους του, τον ζωγράφο Γιάννη Τσαρούχη και τον ποιητή Οδυσσέα Ελύτη αποφασίζουν το χώρο[2].

(Ο Teriade με τον Τσαρούχη)

(ο Teriade με τον Ελύτη -Αρχείο Αριστείδη Κρητικού) 

 

O Οδυσσέας Ελύτης αναφέρει σε κείμενό του στο βιβλίο «Ο ζωγράφος Θεόφιλος» τον Νοέμβριο του 1996: «Και για άλλη μία φορά θαύμασα την ευθυκρισία του όταν τον είδα να προτιμά από τις περίοπτες θέσεις του Ακλειδιού, που πρότεινα εγώ, τους ταπεινούς ελαιώνες της Βαρειάς, αντίκρυ στο πατρικό του σπίτι, τους πλημμυρισμένους από ένα γαλήνιο και γλυκό φως.»

Το μουσείο του Θεόφιλου εγκαινιάζεται το 1965 σε σχέδια του Γιάννη Τσαρούχη και του Μυτιληνιού αρχιτέκτονα Γιώργου Γιαννουλέλλη, σαν σπίτι ταπεινό, για να εγκατασταθούν για πάντα τα έργα του ζωγράφου. Παράλληλα, ο Τεριάντ ζητά από τον Τσαρούχη να φιλοτεχνήσει σχέδια για την αγιογράφηση της Αγίας Παρασκευής, το γραφικό εκκλησάκι δίπλα στο Μουσείο, με την πηγή και την τεράστια δρυ. Ωστόσο η υλοποίηση της; δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ, καθώς η εκκλησία δεν έδωσε την έγκριση της. Μόνη κληρονομιά, τα όμορφα σχέδια που εκτίθενται στο μουσείο. Έτσι χάθηκε η ευκαιρία για ένα σύνολο έργων του γνωστού μετέπειτα ζωγράφου, δίπλα στα δύο μουσεία.

Ο μουσειακός ελαιώνας συμπληρώνεται το 1979 με το Μουσείο – Βιβλιοθήκη Στρατή Θ. Ελευθεριάδη – Tériade σε σχέδια του συμπατριώτη του Γ. Γιαννουλέλλη, πάντα βάση των αυστηρών υποδείξεων του ίδιου του Τεριάντ, για να φιλοξενήσει το σύνολο του έργου του που έχει πλέον ολοκληρωθεί το 1975. Οι παρατηρήσεις του προς τον αρχιτέκτονα καθοριστικές. «Έλαβα με μεγάλη χαρά το σχέδιο σας για το μουσείο κ σας ευχαριστώ πάρα πολύ που ανταποκρίνεται σε όλες τις απόψεις μας τις οποίες συζητήσαμε επί μακρόν μαζί στο Παρίσι. Αι τελειοποιήσεις τις οποίες φέρατε στο πρώτο σχήμα… κάνουν το σύνολο να γίνει πιο φυσικό το κτίριο αυτό κ βγαλμένο από το ίδιο το τοπίο, κ δεμένο με το φως» απόσπασμα από γράμμα του ίδιου προς τον αρχιτέκτονα, 27 Δεκεμβρίου 1971. Η μουσειογραφική του ιδέα, η οποία στην επανέκθεση έγινε απόλυτα σεβαστή, ξεδιπλώνεται και στον εσωτερικό σχεδιασμό του μουσείου με αίθουσες που οι διαστάσεις τους είναι πολλαπλάσιο της διάστασης που δίνει η αναδίπλωση του τυπογραφικού φύλλου, 5,60 Χ 4,50 μ..«Τα έργα θέλω να εκτεθούν μέσα στις φυσικές τους διαστάσεις. Μικρές αίθουσες για να κρατούν τον επισκέπτη στην απόσταση που ένα βιβλίο απαιτεί για να γίνονται αντιληπτές οι αρετές τους.»[3]

Μουσείο Θεοφίλου Εγκαίνια

 

Εμφανείς και οι εκθεσιακές του απόψεις:

«Συγκεντρώσαμε εδώ όλα αυτά τα σχέδια.

Έπρεπε να ήταν εδώ, γιατί σχηματίζουν μια μοναδική στιγμή, ένα έργο που γεννήθηκε από μια λάμψη του δημιουργικού πνεύματος και κάθε ουσιαστική απουσία θα ήταν σαν ένα ρήγμα. Ωστόσο, κομματιάστε οποιοδήποτε σχέδιο, το κάθε κομμάτι είναι τόσο όμορφο όσο και το σύνολο.»[4]

 

Ο Teriade από τον Man Ray

«Ο άνθρωπος των κήπων» που κάπνιζε άνετα καθισμένος μαζί με τον Πικάσο στο ροδόκηπο του σπιτιού του στο Καπ Φερά και έπινε τον καφέ του στην κούπα που του έφτιαξε ο Ματίς, δίπλα στο γλυπτό του Λοράνς, είναι ο ίδιος άνθρωπος που κάθε απόγευμα έκανε τον περίπατο του στο χορταριασμένο ελαιώνα στη Βαρειά, άναβε το κερί του στο εκκλησάκι της Αγ. Παρασκευής, συνομιλώντας με την αγαπημένη του κα. Φωτεινή[5], σχεδιάζοντας αθόρυβα αυτή την τεράστια παρακαταθήκη για την αγαπημένη του Μυτιλήνη.

 

Εξώφυλλο: Ο Teriade με τον Matisse από τον φακό του Bresson)

 

 

[1]Claude Bouyeure, <<Un grand éditeur d’art: Tériade>>  Jardin des Arts, τ.218 (Μάιος – Ιούνιος 1973) σελ. 12-13.

[2]Ο ελαιώνας είναι χαρακτηρισμένος ως «τόπος ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους», με Νο 305,Καθημερινή, 4 Ιουλίου 1999.

[3]Περιοδικό Ζυγός, Μάιος-Ιούνιος 1979 (χρονιά εγκαινίων του Mουσείου), μετάφραση κειμένου του JeanLeymarie, σελ.32.

[4]Κείμενο του Tériade,στοVerve 29/30 του 1954, με 180 σχέδια του P. Picassoπου δημιουργήθηκαν μεταξύ 28 Νοεμβρίου 1953 και 3 Φεβρουαρίου 1954.

[5]Φωτεινή Καράλη, οικονόμος του στον ελαιώνα της Βαρειάς, οικογενιακή κληρονομιά καθώς ήταν οικονόμος των γονιών του. Έμεινε δίπλα του ως τα 95 της χρόνια.