γράφει η Μαρία Στρίγκου συγγραφέας
Σας έχει τύχει ποτέ να στέκεστε στην ουρά της τράπεζας πχ ή στο ταμείο του supermarket και να έρθει κάποιος άγνωστος να κολλήσει πίσω σας;
Να αψηφήσει κάθε είδους απόσταση τυπικότητας και ασφάλειας και να τον νιώθετε τόσο κοντά σας, που να παραβιάζει τον ζωτικό σας χώρο;
Δεν μιλάμε για κάποιον που έχει πονηρές βλέψεις, τύπου παρενόχλησης αλλά για κάποιον, που αγνοώντας κάθε κανόνα κοινωνικής ευπρέπειας, σας γίνεται «στενός κορσές». Τι κάνετε σ’ αυτή την περίπτωση;
Τον αγριοκοιτάτε.Ξεφυσάτε με δυσφορία ή ακόμα και με αγανάκτηση.
Κάνετε επιτόπια βηματάκια μήπως και πάρει το μήνυμα ότι ενοχλεί.
Ίσως – οι πιο τολμηροί – να τον σπρώξουν διακριτικά, παραπατώντας τάχα μου και πέφτοντας πάνω του, το γνωστό σε όλους «δήθεν τυχαία».
Πόσοι όμως θα γυρίσουν ευθέως και θα του πούνε, πηγαίνετε λίγο πιο εκεί, παρακαλώ;
Και καλά να συμβαίνουν όλα αυτά σε μια ουρά τράπεζας, λεωφορείου, ταμείου. Εάν αυτό το φαινόμενο συμβαίνει στη ζωή σας;
Εάν αυτός που «κολλάει» πάνω σας είναι γονιός, αδερφός, φίλος, γείτονας ή ακόμα πιο δύσκολο, σύντροφος;
Όπου εμπλέκεται το συναίσθημα, δυσκολεύουν τα πράγματα.
Πώς να το πω; Πώς θα το πάρει αυτό που θα πω; Μήπως θυμώσει; Μήπως νομίσει πως δεν τον αγαπώ πια; Μήπως πιστέψει πως θέλω να του κρύψω κάτι; Και το χειρότερο όλων, μήπως φύγει;
Τρόμος και πανικός. Μέσα σου το παζαρεύεις. Λες «θα κάνω υπομονή, θα προσπαθήσω να το διαχειριστώ, θα τον/ην αλλάξω – νάτη η ωραία παγίδα – έλα μωρέ, από αγάπη το κάνει, δεν μπορεί να με βλάψει η αγάπη, υπερβολική/ος είμαι κι εγώ»
Η ασφυξία όμως δεν καταλαβαίνει από λόγια και δικαιολογίες. Και συνεχίζει να υφίσταται για τους δικούς της λόγους που δεν είναι της παρούσης να συζητηθούν.
Αφού η υπομονή σου αρχίζει να εξαντλείται, μετά από χρόνια ίσως, ξεκινάς απόπειρες συνομιλίας.
Ωχ από πού βγήκε αυτός ο δράκος; Σε ποια σπηλιά κατοικούσε και δεν τον είχες αντιληφθεί; Ανοίγει το στόμα του και η φωτιά που ξερνάει κατακαίει τα σωθικά σου.
Στην καλύτερη είναι μεγάλος και γνήσιος θυμός, στην χειρότερη είναι ξεκάθαρος κι επιδέξιος χειρισμός, σε τέτοιο σημείο, που θα δεις ξεκάθαρα, με τα μάτια της ψυχής σου, τις σιδερένιες μπάλες της ενοχής να αγκιστρώνονται στα πόδια και στην ανάσα σου.
Πώς μπορείς να λες όχι σε τόσο μεγάλη αγάπη; Πώς μπορείς να θες να απομακρυνθείς από τέτοια απόλυτη φροντίδα και νοιάξιμο;
Πώς μπορείς να γυρνάς την πλάτη σε τόσο στοργική, πλην σφιχτή, αγκαλιά; Και γιατί τώρα μετά από τόσο καιρό; Τι άλλαξε;
Εδώ είναι όλη η ιστορία.
Όσο πιο αργά αντιδράσεις τόσο πιο μεγάλη αντίσταση θα βρεις. Άλλωστε σε ποιον αρέσει να ξεβολεύεται; Σε κανέναν.
Όσο πιο πολύ το σκέφτεσαι, τόσο εμπλέκεσαι σε μια σχέση που δεν θα σου αφήσει τον παραμικρό προσωπικό χώρο, να ζήσεις, να σκεφτείς, να αποφασίσεις, να εξελιχθείς μόνος/η σου.
Μόλις νιώσεις την πρώτη δυσαρέσκεια από την παραβίαση των προσωπικών σου ορίων, οφείλεις να αντιδράσεις. Χωρίς θυμό, χωρίς εντάσεις, λέγοντας απλά αυτό που νιώθεις, αυτό που σε στεναχωρεί. Υπενθυμίζοντας στον άλλον αλλά και στον εαυτό σου, το πώς σου αρέσει να υπάρχεις στον φυσικό και ψυχικό χώρο.
Και αν πάνε όλα καλά, θα βρείτε τον τρόπο να συν- υπάρχετε μαζί χωρίς να επιβαρύνει ο ένας τον άλλον.
Γι’ αυτό, μην καθυστερείς καθόλου. Αν κάποιος/α έχει έρθει πολύ κοντά σου, σε σημείο να νιώθεις δυσάρεστα γύρισε πολύ ευγενικά αλλά σταθερά και πες του/της
«Πηγαίνεις λίγο πιο εκεί, σε παρακαλώ;»
Η συνέχεια θα έχει σίγουρα μεγάλο ενδιαφέρον.