Χιλιάδες ψευδείς δηλώσεις σε βιολογική κτηνοτροφία και μελισσοκομία – Το Εθνικό Συμβούλιο Διαπίστευσης σε φάση αποφάσεων για παρατυπίες.
Μετά το σκάνδαλο ΟΠΕΚΕΠΕ, σειρά παίρνουν τα «μαϊμού» βιολογικά.
Ένα νέο κύμα απάτης ξεδιπλώνεται τις τελευταίες ημέρες στον αγροτικό χώρο, αποκαλύπτοντας ακόμα ένα σαθρό σύστημα πιστοποιήσεων και ελέγχου. Στο στόχαστρο βρίσκονται τα προγράμματα για τη βιολογική κτηνοτροφία και μελισσοκομία, με χιλιάδες ψευδείς δηλώσεις που εξασφάλιζαν παράτυπα ενισχύσεις δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ.
Πρωταγωνιστές στο νέο σκάνδαλο φαίνεται να είναι αγροτικοί συνεταιρισμοί και ιδιωτικές εταιρείες πιστοποίησης βιολογικών προϊόντων, οι οποίες σύμφωνα με τις καταγγελίες εξέδιδαν πιστοποιητικά με ασυνήθιστη ταχύτητα και χωρίς τους απαραίτητους ελέγχους.
Η κυβέρνηση, μετά την αποκάλυψη των παρατυπιών στον ΟΠΕΚΕΠΕ, βρίσκεται ξανά σε θέση άμυνας, με τις «πληγές» να ανοίγουν η μία μετά την άλλη. Η αιτία εντοπίζεται στην Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ), που τα τελευταία χρόνια πριμοδοτεί την πράσινη γεωργία και κτηνοτροφία, οδηγώντας σε πολύ μεγαλύτερες επιδοτήσεις για τις βιολογικές καλλιέργειες και εκτροφές.
Το Εθνικό Συμβούλιο Διαπίστευσης (ΕΣΥΔ) βρίσκεται σε φάση λήψης αποφάσεων για τις παρατυπίες, με τον αγροτικό κόσμο να παρακολουθεί με αγωνία τις εξελίξεις.
Αναστολή πληρωμών και μαζικές αποσύρσεις
Ενδεικτικό της σοβαρότητας της κατάστασης είναι η προσωρινή αναστολή πληρωμών προς τους παραγωγούς που συμμετέχουν στο πρόγραμμα βιολογικής γεωργίας και κτηνοτροφίας. Σύμφωνα με αρμόδιες πηγές, εντοπίστηκαν σημαντικές αποκλίσεις στις δηλώσεις, όπως υπερβολικός αριθμός κυψελών ή εκτάσεων, που δεν τεκμηριώνονται επαρκώς.
Η πίεση των ελέγχων είχε ως αποτέλεσμα εκατοντάδες παραγωγοί να αποσύρουν εθελοντικά τις αιτήσεις τους, φοβούμενοι ενδεχόμενες κυρώσεις και επιστροφές ενισχύσεων.
Αμφισβητείται η αξιοπιστία του συστήματος πιστοποίησης
Οι εξελίξεις αυτές φέρνουν στο προσκήνιο τα κενά στο θεσμικό πλαίσιο και τον ελλιπή έλεγχο των φορέων πιστοποίησης. Όπως επισημαίνουν ειδικοί του χώρου, το υφιστάμενο σύστημα δεν ανταποκρίνεται στις αυξημένες απαιτήσεις του ευρωπαϊκού Κανονισμού 848/2018, που τέθηκε σε ισχύ το 2022.
Το ΥΠΑΑΤ αναμένεται να προχωρήσει σε αναθεώρηση του κανονιστικού πλαισίου, με στόχο την ενίσχυση της διαφάνειας και την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών και των επαγγελματιών του κλάδου.
Τους τελευταίους μήνες (Ιούνιος–Ιούλιος 2025), λόγω σημαντικής αύξησης των αιτήσεων στο πρόγραμμα βιολογικής γεωργίας, κινητοποιήθηκαν τραπεζώνυμοι / τριπλοί έλεγχοι πανελλαδικά:
Τύποι ελέγχων που πραγματοποιούνται:
Έλεγχος γνησιότητας πιστοποιητικών κέντρων (εγκυρότητα των εγγράφων)
Έλεγχος πιστοποιητικών φορέων (αξιοπιστία και κύρος)
Επιτόπιος έλεγχος στη μονάδα παραγωγής — γεωργική, κτηνοτροφική ή μελισσοκομική
Κύρια μέτρα:
-Έγινε «πάγωμα» των πληρωμών σε κτηνοτροφία και μελισσοκομία μέχρι την ολοκλήρωση των ελέγχων. Στη γεωργία, αν και εγκρίθηκαν αιτήσεις, οι πληρωμές αναβάλλονται μέχρι να ολοκληρωθούν οι σχετικοί έλεγχοι (αρχικά χρονοδιαγράφηκαν για 30 Ιουνίου, αλλά μετατέθηκαν για τις επόμενες ημέρες για γεωργία και στον Οκτώβριο για κτηνοτροφία/μελισσοκομία)
-Οι έλεγχοι επεκτάθηκαν σε όλους τους πιστοποιητικούς φορείς διαπιστευμένους από ΕΣΥΔ, με εντολή του ΕΛΓΟ‑Δήμητρα. Αν κριθεί αναγκαίο, ενεργοποιείται και η οικονομική αστυνομία ή υπηρεσίες ΑΑΔΕ
-Δημιουργήθηκε task‑force (ομάδα εργασίας) με στόχο την ενίσχυση του πλαισίου πιστοποίησης και αυστηροποίηση κυρώσεων μέσω νομοθετικής πρωτοβουλίας (νόμος‑πλαίσιο για βιολογική γεωργία)
Παράλληλα, ΥΠΑΑΤ έστειλε προς Περιφέρειες οδηγίες για:
-Κατάρτιση πινάκων στελέχωσης των κλιμακίων ανά Περιφερειακή Ενότητα μέχρι συγκεκριμένη ημερομηνία (π.χ. 11 Ιουλίου 2025)
-Παροχή ειδικού εξοπλισμού και φαρμακευτικού υλικού (π.χ. αντιγόνα, ενέσεις) σε περίπτωση αλλεργίας των ελεγκτών
Η υπόθεση των «μαϊμού» βιολογικών δεν είναι απλώς ένα ακόμα σκάνδαλο. Αποτελεί πλήγμα στην αξιοπιστία της ελληνικής παραγωγής και αμφισβητεί τη στήριξη της Ε.Ε. στην πράσινη γεωργία. Αν δεν μπει τάξη, κινδυνεύει να χαθεί η εμπιστοσύνη των καταναλωτών και να τιναχτούν στον αέρα προγράμματα που αφορούν το μέλλον της αγροτικής οικονομίας.