✍️ Του Νίκου Κουφάκη
Για περισσότερο από μισό αιώνα, το όνομα «Φιλήμων» υπήρξε τοπόσημο και ορόσημο της αγοράς της Μυτιλήνης. Στο στενό δρομάκι της οδού Λήμνου, που ένωνε την Κουμιδιά με τις Κόλωνες και απέναντι από την ιστορική ποτοποιεία Ματθαίου, έστεκε το οπωροπαντοπωλείο «Φιλήμων», γεμάτο ζωή, προϊόντα και μυρωδιές που σημάδεψαν μια ολόκληρη εποχή.
Οι γονείς του Φιλήμωνα ήρθαν πρόσφυγες από το Αϊβαλί το 1922, φέρνοντας μαζί τους ένα παιδί και αποκτώντας άλλα τρία στη Μυτιλήνη. Ο Φιλήμων γεννήθηκε το 1928, την εποχή που ο πατέρας του, ο κυρ-Αλέκος — πάντα με τις χαρακτηριστικές του βράκες — διατηρούσε ένα μικρό μπακάλικο στην Κουμιδιά. Τα χρόνια ήταν δύσκολα, αλλά η οικογένεια έβρισκε τρόπο να τα καταφέρει. Τα παιδιά βοηθούσαν από μικρά, κάνοντας διανομές τροφίμων με καλάθια σε όλη την πόλη, γνωρίζοντας τις διευθύνσεις των πελατών “σαν την παλάμη τους”, σε μια εποχή χωρίς καν σήμανση στους δρόμους.
Ο μικρός Φιλήμων ξεχώριζε από νωρίς. Ήταν «ξεφτέρι» στα τεφτέρια και «άσσος» στις δημόσιες σχέσεις, ενώ ταυτόχρονα φοιτούσε με επιτυχία στο περίφημο 8τάξιο Γυμνάσιο Αρρένων Μυτιλήνης. Το απολυτήριο εκείνης της εποχής ήταν σπάνιο επίτευγμα, ιδιαίτερα μέσα στα δύσκολα χρόνια της Κατοχής και του Εμφυλίου.

Μετά τον πόλεμο, η αγορά άρχισε να ξαναζωντανεύει. Η UNRA, η αμερικανική βοήθεια, έφερε ρύζι, ζάχαρη, αλεύρι και σοκολάτες — αγαθά που τα παιδιά της γενιάς εκείνης δεν είχαν γνωρίσει ποτέ. Οι εξαγωγές λαδιού και οι εισαγωγές σιτηρών έδωσαν νέα πνοή στο νησί. Ο Φιλήμων, νέος και δραστήριος, βοήθησε την οικογένεια στην αναζωογόνηση του μαγαζιού, την ώρα που η Μυτιλήνη ξαναέβρισκε τον εμπορικό της ρυθμό.
Στη συνέχεια υπηρέτησε τη θητεία του στο Πολεμικό Ναυτικό και αποσπάστηκε στο Λιμεναρχείο Μυτιλήνης, σε απόσταση μόλις πενήντα μέτρων από το πατρικό μαγαζί. Εκεί έμαθε να τηρεί βιβλία, να κρατά πρωτόκολλα και να συντονίζει τον αλιευτικό στόλο της πόλης. Η επαφή του με τους καπεταναίους και τους ψαράδες, τους περισσότερους Μικρασιάτες σαν κι εκείνον, του άφησε πολύτιμες εμπειρίες και φιλίες ζωής.
Όταν απολύθηκε το 1953, του προτάθηκαν θέσεις στο Δημόσιο και στις Τράπεζες, αλλά εκείνος επέλεξε να μείνει έμπορος, συνεχίζοντας την οικογενειακή παράδοση. Ανέλαβε το μαγαζί, το ανακαίνισε, το εμπλούτισε με νέα προϊόντα και το μετέτρεψε σε σύγχρονο οπωροπαντοπωλείο της εποχής.

Ξεχώρισε για την ακούραστη εργατικότητά του — από τις τρεις τα ξημερώματα βρισκόταν στις αγορές της Κουμιδιάς, διαλέγοντας πάντα τα καλύτερα φρούτα και λαχανικά. Οι παραγγελίες του έφταναν με τρίκυκλα στα αρχοντικά του Μακρύ Γιαλού και της Σουράδας, πάντα στην ώρα τους και πάντα με προϊόντα πρώτης ποιότητας. Οι μαγείρισσες των πλουσίων σπιτιών τον εμπιστεύονταν απόλυτα· κανένα σάπιο κηπευτικό δεν έφτανε στα καλάθια τους.
Η επιτυχία δεν άργησε να έρθει. Ο Φιλήμων προείδε την αξία των κατ’ οίκον διανομών, κερδίζοντας όχι μόνο ιδιώτες αλλά και μεγάλους πελάτες όπως ο Στρατός, το Ναυτικό, το Νοσοκομείο και το Γηροκομείο. Ήταν από τους λίγους εμπόρους που ήξεραν «γράμματα» και μπορούσαν να κόβουν τιμολόγια — κάτι εξαιρετικά σπάνιο για την εποχή.
Το 1958 παντρεύτηκε την αγαπημένη του Κική Χαρέλλη. Μαζί απέκτησαν δύο παιδιά, τον Αλέξανδρο και τη Μαρία, χτίζοντας το σπιτικό τους στην Καλλιθέα και αργότερα το εξοχικό τους στο Τάρτι, τότε δυσπρόσιτο παράδεισο που γνώριζαν λίγοι. Μαζί με φίλους ίδρυσαν τον Φυσιολατρικό Σύλλογο «Οι Φίλοι των Ακτών», διοργανώνοντας εκδρομές σε απόμερες παραλίες — Χαραμίδα, Άγιο Ερμογένη, Τάρτι — συστήνοντάς τες στους Μυτιληνιούς για πρώτη φορά.
Μετά το 1974, με την εγκατάσταση στρατιωτικών μονάδων στο νησί, η αγορά άνθισε ξανά. Ο Φιλήμων επένδυσε σε νέα προϊόντα, απασχόλησε περισσότερους υπαλλήλους και συνέχισε να εργάζεται ακούραστα, με τη γυναίκα και τα παιδιά του στο πλευρό του.

Η ζωή κύλησε δημιουργικά και γεμάτη. Ο Φιλήμων συνταξιοδοτήθηκε, αλλά το μαγαζί συνέχισε να λειτουργεί για ακόμη δεκαπέντε χρόνια στο όνομα της Κικής. Το 2003 μπήκαν οι τίτλοι τέλους στο ιστορικό οπωροπαντοπωλείο «ΦΙΛΗΜΩΝ», που για πάνω από μισό αιώνα υπήρξε σύμβολο τιμιότητας, εργατικότητας και ήθους στη Μυτιλήνη.
Σήμερα, ο Φιλήμων Κουτσαντώνης, ακμαίος και ζωντανός παρά τα χρόνια, μας υποδέχεται στο σπίτι του στην Καλλιθέα. Με το ίδιο χαμόγελο, την ίδια ευγένεια και μνήμη καθαρή, μας ταξιδεύει νοερά στην παλιά αγορά της Μυτιλήνης, στους ανθρώπους, στις μυρωδιές και στις ιστορίες της — στην εποχή που η ζωή είχε κόπο, αλλά και ψυχή.
Μυτιλήνη, 10 Οκτωβρίου 2025