Search

«Εγώ γυναίκα, η άνθρωπος» γιαγιά Μαρίτσα

 

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

«Εγώ γυναίκα, η άνθρωπος / ζητούσα το πρόσωπό Σου πάντοτε» και το βρήκα στο πρόσωπο του Άλλου, του Ξένου, του πρόσφυγα και του μετανάστη. Οι δύο παραπάνω στίχοι της Θεσσαλονικιάς ποιήτριας Ζωής Καρέλλη, έχω την ταπεινή γνώμη, ότι ταιριάζουν απόλυτα στη γιαγιά Μαρίτσα, που πριν λίγες ημέρες έφυγε από ετούτη τη ζωή, παίρνοντας μαζί της, στην αιωνιότητα, το πιο ακριβό δώρο που χάρισε ο Θεός στον άνθρωπο, την α γ ά π η. Αγάπη που η ίδια γιαγιά Μαρίτσα απλόχερα έδωσε προς τον συνάνθρωπο, τον οποιονδήποτε συνάνθρωπο, μακριά από διάκριση φυλής, χρώματος, θρησκείας και πολιτισμού.

Γνωστή σε πολλούς είναι η εικόνα αλληλεγγύης των τριών γιαγιάδων στη Σκάλα Συκαμινιάς, που στην αγκαλιά τους κρατούν ένα νήπιο προσφυγόπουλο, προσφέροντας του αυτό που ο πολύς Ρώσος θεολόγος και φιλόσοφος στοχαστής, Νικολάι Μπερντιάεφ έλεγε: «ο άνθρωπος δεν ζει για το ψωμί, αλλά ζει με το ψωμί και πρέπει όλοι να ‘χουν ψωμί. Μόνο όταν η κοινωνία αναδομηθεί έτσι που ο καθένας θα ‘χει ψωμί, τότε πια θα τεθεί το πνευματικό πρόβλημα ενώπιον του ανθρώπου με τη μεγαλύτερη οξύτητά του». Αυτό έκαμε η γιαγιά Μαρίτσα και τώρα, στην αιωνιότητα, στέκεται απέναντι στο Θεό δίχως εν ζωή να έχει παραγνωρίσει τον συνάνθρωπο.

Η γιαγιά Μαρίτσα έκαμε πράξη εκείνη τη θεολογία που ως κεντρικό της νόημα έχει το εξής: ο Θεός θεωρεί ότι η φροντίδα του ανθρώπου για τον συνάνθρωπο είναι «ιεραρχικά ανώτερη από τη φροντίδα που προσφέρει ο άνθρωπος στον Θεό». Η γιαγιά Μαρίτσα, εν ζωή έκαμε πράξη τον κυριακό λόγο που θέλει την κοινωνία με τον άνθρωπο να μην περιορίζεται στην απλή διατύπωση μιας υπόδειξης, αλλά να προχωρά και στην περιγραφή του τ ρ ό π ο υ να δεξιώνεται τον κάθε άνθρωπο, εδώ τον πρόσφυγα και τον μετανάστη, να είναι κι αυτός πλασμένος από το Θεό. Με άλλα λόγια, η γιαγιά Μαρίτσα πήγε κόντρα σ’ όλους εκείνους που αρνούνται το παρών ετούτου του κόσμου, κόσμου που ο Θεός δεν είναι μόνο για ολίγους αλλά για όλους· πήγε κόντρα σε εκείνη τη μάντρα των «καθαρών», οι οποίοι καλά ταμπουρωμένοι και οργανωμένοι γύρω από τον εαυτό τους, δεν χάνουν την ευκαιρία να κλείνουν την πόρτα τους στον Άλλο, τον Ξένο κατά τον Γιάννη Ρίτσο, για να μείνουν αμόλυντοι. Κι όμως, ο ευαγγελιστής Ιωάννης εδώ είναι σαφής: «εάν αγαπώμεν αλλήλους, ο Θεός εν ημίν μένει και η αγάπη αυτού τετελειωμένη εν ημίν έστι». Ποιος, άραγε, μπορεί να διδάξει όλους αυτούς, τους τάχα πιστούς στον Χριστό, που φοβούνται ότι η χριστιανοσύνη τους κινδυνεύει από τον Άλλο, τον Ξένο;

Η γιαγιά Μαρίτσα, νομίζω, ότι τους δίδαξε, τους άνοιξε φωτεινό δρόμο, κι ας μην ήξερε θεολογικά γράμματα. Με την αγάπη της προς τον

συνάνθρωπο έδειξε πως όταν ο Ελληνισμός ειρηνικά συνυπήρχε με τους Άλλους, ρωμαλέα αναδείκνυε την ταυτότητά του, κρατώντας ακέραιη την εθνική συνείδηση και τον πολιτισμό του, ακέραιο κι αυτόν στους αιώνες. Τη γιαγιά Μαρίτσα, οφείλουμε να την θεωρούμε όλοι μ ά ν- ν α μ α ς, διότι μας έδειξε τον τρόπο να κουβαλάμε εκείνο το βαρύ αρχαίο μάρμαρο, όπως λέγει ο Γιώργος Σεφέρης, που δεν κουράζει τα χέρια μας, κάμνοντάς το α γ ά π η.