Search

Vintage θέμα- Στον πύργο της οικογένειας Αλαμανέλλη: Η Αρχόντισσα του πύργου

Θα μπορούσα να μιλώ για τον πύργο των Αλαμανέλληδων με αριθμούς, νούμερα και χρονολογίες, όμως σε αυτά τα ιστορικά σπίτια ο χρόνος δεν παίζει κανένα ρόλο. Δεν είναι ούτε συνωμότης, αλλά ούτε καν φίλος. Απλά κάνει σωστά τη δουλειά του. Μετράει το τικ και το τακ τόσο διαδοχικά ορθά που σχεδόν ξεχνάς ότι υπάρχει. Το ρολόι στον τοίχο, κειμήλιο της προηγούμενης γενιάς, προφανώς προικώο του πατέρα προς την κόρη, στέκεται εκεί και μετράει δεκάδες χρόνων αλάνθαστα. Κι εμείς σε μια γωνιά ενός πολύ αναπαυτικού καναπέ μιλάμε για το σήμερα, το χθες, αλλά και για το συναίσθημα που αφήνουν τα σπίτια στους ιδιοκτήτες τους. Όχι όλα τα σπίτια, αν και θεωρώ ότι όλα τα σπίτια κάτι έχουν να πουν, αρκεί να είσαι έτοιμος να τα ακούσεις. Όμως γι’ αυτά τα σπίτια που έχουν διαγράψει μια ιστορική πορεία δεν μπορεί να μην αισθάνεσαι δέος για το πόσο ασήμαντοι είμαστε όλοι εμείς που τα προσπερνάμε, ενώ εκείνα στέκουν ακάθεκτα στο χρόνο….

« Ήθελα να πετύχω το εκλεπτυσμένο γούστο και άνεση»

Η κα Αλαμανέλλη «προσγειώθηκε» κυριολεκτικά στη Μυτιλήνη του 1960 από την όμορφη Ρώμη, όπου εκτυλίχθηκε ένα ειδύλλιο από την πρώτη στιγμή με τον Αλέκο Αλαμανέλλη. Για ένα χρόνο περίπου αλληλογραφούσαν, γεγονός που τους έκανε να γνωριστούν ακόμα καλύτερα έστω και από μακριά. Η ίδια επέστρεψε ένα χρόνο αργότερα προσκαλεσμένη της κας Σόφης Τσακίρη για να κάνει τις διακοπές της στο Αρχοντικό Βαμβούρη.

Το ειδύλλιο της «αλληλογραφίας» με τον Αλέκο Αλαμανέλλη εξελίχθηκε σε ένα μεγάλο έρωτα και από τότε το νησί έγινε και η βάση της, όπου διαμένει μέχρι σήμερα. Η ίδια μας διηγείται ότι τα πρώτα χρόνια ήταν πολύ δύσκολα. «Δεν μιλούσα καλά ελληνικά και για όλους ήμουν η Ιταλίδα του Αλέκου…». Όμως με τη βοήθεια της πεθεράς της, αλλά και των καλών τους φίλων εντάχθηκε γρήγορα στην κοινωνία της μικρής μας πόλης, αποκτώντας κι εκείνη δικαιωματικά μια θέση στον κύκλο τους. Η κοινωνική ζωή της κας Ρένας μαζί με το σύζυγο και τα δυο τους παιδιά τη Βάνα και τον Στρατή ήταν κοινή με άλλες οικογένειες όπως οι Παυλακέλληδες, οι Πρίμοι και οι Αλατζάδες όπου τόσο τα παιδιά όσο και οι μεγάλοι είχαν παράλληλες δραστηριότητες ενώ τα Σαββατόβραδα η διασκέδαση μεταφερόταν στα σπίτια των φιλικών οικογενειών. «Κοιμόμασταν τα ξημερώματα. Είτε γυρνούσαμε από πάρτι, είτε είχαμε φίλους στο σπίτι. Σχεδόν πάντα όμως είχαμε κόσμο.

Ο καθένας έκανε ότι του άρεσε. Άλλος συζητούσε και ζητούσε λύση στα θέματα που τον απασχολούσαν, άλλος έπαιζε χαρτιά στη γνωστή ροτόντα του σπιτιού και άλλοι μπαινόβγαιναν για να αναζητήσουν «τσάι και συμπάθεια»! Την ιστορία του τρίτου σκαλοπατιού της ξύλινης σκάλας του σπιτιού που έτριζε επαναφέρει στη μνήμη της, η κόρη της κας Ρένας, Βάνα, με πολύ χιούμορ.

Μνήμες της εποχής της δεκαετίας του ’70 τότε που τα πάρτυ κρατούσαν ως το πρωί με κονσομέ για πρωϊνό στο σπίτι της κας Ρένας αφού γύριζαν από την διασκέδαση τους τα ξημερώματα. Το τρίτο σκαλί λοιπόν ,πάντα έτριζε μας λέει η Βάνα, όσο και αν προσπαθούσαν οι γονείς μου να το προσπεράσουν για να μην ξυπνήσουμε εμείς τα παιδιά που κοιμόμασταν στον πρώτο όροφο του σπιτιού.

Σπίτια που άντεξαν στο χρόνο

Η κα Αλαμανέλλη έζησε μια πληθωρική ζωή σε μερικά από τα πιο σικάτα σπίτια της πόλης. Θυμάται ακόμα το ιστορικό σπίτι, ακριβώς δίπλα στον Άγιο Θεράποντα (Καραντώνη 2) που το 1994 πουλήθηκε στην Τοπική Ένωση Δήμων και Κοινοτήτων, ως ένα από τα αντιπροσωπευτικά αρχοντικά της πόλης με ιδιαίτερες τοιχογραφίες οι οποίες μετά την αναπαλαίωση τους βρίσκονται σε άριστη κατάσταση. Έτσι η οικογένεια μεταφέρεται στη Σου – ράδα σε ένα πιο μικρό και βολικό αρχοντικό στο οποίο διαμένει μέχρι σήμερα η κόρη της κυρίας Ρένας , η Βάνα Αλαμανέλλη με τις τρείς κόρες της.

Η ίδια με τον αγαπημένο της σύζυγο μεταφέρεται στην Θερμή δίπλα στην εκκλησία της Παναγίας της Τρουλωτής σε έναν υπέροχο πύργο του 1783 του Βασίλη Βασιλείου που χρησιμοποιούνταν ανέκαθεν ως εξοχική κατοικία. Τα χρόνια αυτά όλοι οι πύργοι της περιοχής χτιζόταν σε λόφους, ενώ τριγύρω περιστοιχίζονταν από κτήματα ώστε να μπορούν να ελέγχουν οι γαιοκτήμονες τους εργάτες, αλλά και την κατάσταση της γης που κατείχαν.

Ο πύργος που είναι από τους πιο γνωστούς έφτασε στα χέρια της οικογένειας Αλαμανέλλη το 1860. Στη συνέχεια ως προικώο δόθηκε στην Χρυσώ Καψιμάλη και μετά άρχισε να πηγαίνει από άντρα σε άντρα της οικογένειας. Σήμερα μετά το θάνατο του Αλέκου Αλαμανέλλη το συντηρεί και το διασώζει η γυναίκα του. Αυτή η εξοχική κατοικία που έγινε για το ζεύγος Αλαμαννέλη η κύρια βάση τους ήταν, όπως άλλοτε και η χειμερινή κατοικία στη Σουράδα, ένα από τα πιο πολυσύχναστα σημεία για τους Μυτιληνιούς που ήθελαν να αποδράσουν από τη βαβούρα της πόλης για ένα ουζάκι κάτω από την φουντωτή αλέα και μέσα στην χαβούζα που εξυπηρετούσε τις ανάγκες πισίνας ημέρες και νύχτες καυσώνων ! Τα στοιχεία του πύργου Πρόκειται για ένα κτίσμα που έχει παραμείνει αυτούσιο και αναλλοίωτο ως προς τα γενικά του χαρακτηριστικά. Οι βαριές πόρτες και οι χοντροί τοίχοι που περιστοιχίζουν τον πύργο δεν πειράχτηκαν ποτέ, ακόμη κι όταν κατά την δεκαετία του ΄80 έγινε μια ανακαίνιση προκειμένου οι χώροι να γίνουν πιο χρηστικοί. Στο ισόγειο το μικρό σαλόνι σε σχήμα «γάμα» , αν και μικρό σε σχέση με τα σπίτια της πόλης που έζησε η κα Ρένα , διαθέτει έπιπλα εποχής, πολλά από τα οποία ήρθαν από την Κωνσταντινούπολη τον περασμένο αιώνα και κατέληξαν στον πύργο μετά την πώληση του σπιτιού της ΤΕΔΚ. Η κουζίνα και το WC δίπλα- δίπλα ενσωματώνονται αρμονικά με τον όγκο της κεντρικής σκάλας που δεν χωρίζουν καθόλου τον συνολικό χώρο.

Οι τρείς κρεβατοκάμαρες με παράθυρα από τις τρείς πλευρές του ορίζοντα παραμένουν αυτούσιες με τα ξύλινα δοκάρια ,τα πατώματα, αλλά και τα εντοιχισμένα έπιπλα και τις ντουλάπες, όπως ακριβώς φτιάχτηκαν το 1780 περίπου. Άλλωστε, αν κάποιος γνώστης δει τα υλικά αυτά θα αναγνωρίσει αμέσως την ποιότητά τους που κατόρθωσε να βγάλει τον….. χρόνο ασπροπρόσωπο ακόμα και μετά από 300 χρόνια!

Πολύτιμα αντικείμενα καθρέφτες και πίνακες κοσμούν τον χώρο, χωρίς να αλλοιώνουν τον αρχικό χαρακτήρα του πύργου. Σύμφωνα με τις τάσεις της σύγχρονης εποχής θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι κατεξοχήν λεσβιακοί πύργοι επειδή προορίζονταν για εξοχικές κατοικίες δεν είχαν την άνεση του χώρου που παρουσίαζαν τα μετέπειτα αρχοντικά της Σουράδας και άλλων περιοχών της πόλης τα οποία λίγο πολύ χτίστηκαν τις ίδιες περιόδους και διέθεταν σχεδόν τους ίδιους χώρους. Άνθρωποι και αντικείμενα κατορθώνουν αιώνες ολόκληρους να συνυπάρχουν αρμονικά χωρίς ο ένας να δεσμεύει την παρουσία του άλλου. Και αυτή είναι η ιστορία που με μαγεύει στις ιστορίες των σπιτιών. Των σπιτιών που θα στέκουν ακάθεκτα στο χρόνο έτσι από πείσμα της ιστορίας του τόπου …