Search

Στα μαλακά οι επτά για το πογκρόμ της Σαπφούς γιατί…ήταν νύχτα!

Ο Γιάννης Παπαδόπουλος δημοσιογράφος της Καθημερινής αναλύει κάποια σημεία του βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Μυτιλήνης που παραπέμπει επτά άτομα σε δίκη για τα γεγονότα της Σαπφούς. Το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών φαίνεται να παρακάμπτει μαρτυρίες και ντοκουμέντα από εκείνη τη νύχτα τα οποία υπάρχουν καταγεγραμμένα και σε πολλές περιπτώσεις οπτικογραφημένα!

“Ολα ξεκίνησαν μετά την υποστολή της ελληνικής σημαίας στην πλατεία Σαπφούς της Μυτιλήνης, 22 Απριλίου 2018, ώρα 20.15. «Θα πάρουμε πίσω το νησί μας, το έχετε βρωμίσει», «είστε σκουπίδια», «θα πεθάνετε», «κάψτε τους ζωντανούς», «βαράτε», κραύγαζε ένας όχλος περίπου 150 ατόμων. Στόχος τους ήταν μια ομάδα αιτούντων άσυλο, οι οποίοι για πέμπτη συνεχή ημέρα πραγματοποιούσαν καθιστική διαμαρτυρία στην πλατεία για τις συνθήκες διαβίωσης στη Μόρια. Ακολούθησαν κύματα επιθέσεων εναντίον τους, με πέτρες, μάρμαρα και τούβλα, μέχρι τις 4 τα ξημερώματα. Χρειάστηκε να περάσουν τέσσερα χρόνια από εκείνη τη βραδιά, ώσπου τον περασμένο μήνα, με βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Μυτιλήνης, αποφασίστηκε η παραπομπή επτά ατόμων για να δικαστούν ως υπαίτιοι των επεισοδίων.

Αντιμετωπίζουν κατηγορίες για το πλημμέλημα της βαριάς σωματικής βλάβης με ρατσιστικό κίνητρο. Από τα στοιχεία της υπόθεσης που είναι σε γνώση της «Κ», προκύπτουν ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες για το τι εκτυλίχθηκε εκείνη τη νύχτα, τι υποστήριξαν αργότερα αστυνομικοί οι οποίοι τραυματίστηκαν, καθώς και πώς από το πλήθος των επιτιθέμενων παραπέμπονται σε δίκη επτά άτομα.

Το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών δεν έκρινε ότι υπήρχε δόλος των κατηγορουμένων για βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη, γιατί βάσει του συγκεκριμένου σκεπτικού οι επιθέσεις έγιναν νύχτα, με ελλιπή φωτισμό, υπήρχε απόσταση από τους παθόντες και οι ρίψεις ήταν «τυφλές», χωρίς να στοχεύουν συγκεκριμένα σημεία του σώματος. Οι συνήγοροι των θυμάτων υποστηρίζουν ότι δεν έπρεπε να υποβαθμιστεί το κατηγορητήριο σε σχέση με την αρχική δίωξη και θα ζητήσουν αναίρεση του βουλεύματος.

Σύμφωνα με τη σχετική δικογραφία, το πλήθος που αντιδρούσε κατά της διαμαρτυρίας των μεταναστών γρήγορα διπλασιάστηκε και έφτασε τα 300 άτομα. Δυνάμεις των ΜΑΤ επιχείρησαν να σχηματίσουν φραγμό για να αποτρέψουν τα επεισόδια, όμως οι επιτιθέμενοι κατόρθωσαν να εκσφενδονίσουν ακόμη και μεταλλικά γαλλικά κλειδιά εναντίον των συγκεντρωμένων. Δύο άτομα που χτυπήθηκαν έχασαν τις αισθήσεις τους, ενώ υπήρξαν και άλλοι τραυματίες. Το επόμενο διάστημα, αστυνομικοί της Ασφάλειας Μυτιλήνης συνέλεξαν βίντεο από εμπορικά και τραπεζικά καταστήματα και εξέτασαν άλλα που είχαν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες για να ταυτοποιήσουν τους δράστες.

Παράλληλα, έπειτα από ανώνυμη καταγγελία που δέχτηκαν για υποκίνηση των επεισοδίων με διαδικτυακά καλέσματα στο Facebook από ακροδεξιούς, ταυτοποίησαν και μέλη της ομάδας «Πατριωτική Κίνηση Μυτιλήνης». Στο σχετικό κάλεσμα για συγκέντρωση στην πλατεία υπήρχε και η αναφορά να είναι «έτοιμοι για όλα». Ωστόσο, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών έκρινε ότι δεν υπήρξε διαδικτυακή παρότρυνση σε ρατσιστική επίθεση.

Από τα επτά άτομα που τελικά παραπέμπονται σε δίκη, όλοι τους ισχυρίστηκαν κατά τις απολογίες τους ότι δεν είχαν καμία σχέση με τα επεισόδια. Κάποιος υποστήριξε ότι απλώς προσέγγισε τους αστυνομικούς στην πλατεία για να μάθει τι συνέβαινε, άλλος ότι έπινε καφέ δίπλα στην πλατεία μαζί με τη γυναίκα και τα παιδιά του, ένας μάλιστα ισχυρίστηκε ότι δέχτηκε ο ίδιος επίθεση διερχόμενος από το σημείo, κάτι που δεν προκύπτει όμως από τα διαθέσιμα στοιχεία. Ολοι, σύμφωνα με τη δικογραφία, εικονίζονται σε βίντεο και φωτογραφίες να πετούν αντικείμενα κατά των μεταναστών. Ενας, σύμφωνα με τη δικογραφία, φαίνεται να κρατάει γαλλικό κλειδί στο χέρι του, άλλος να αφαιρεί μαρμάρινη πλάκα από τα σκαλοπάτια της πλατείας.

Αστυνομικοί που τραυματίστηκαν στα επεισόδια εκείνης της βραδιάς κατέθεσαν κατά την προδικασία ότι δεν γνώριζαν ποιος τους πέτυχε και είπαν ότι δέχονταν αντικείμενα και από τις δύο πλευρές. Στο βούλευμα, όμως, αναφέρεται ότι δεν συνάδει με τη λογική να προβαίνουν οι αλλοδαποί σε ρίψεις αντικειμένων και να μη φέρει κανείς από τους ημεδαπούς σωματικές κακώσεις”.