Search

Μ. Φωτιάδης: Από τη Θεσσαλονίκη των fanzines στις αποστολές των Γιατρών Χωρίς Σύνορα και σε ένα… Αυτόνομο Τσικάλι…

Γράφει ο Βαγγέλης Χαλικιάς 

Ήταν πέρυσι τον Ιούλιο – βρισκόμουν στα Χανιά για δουλειά. Μίλησα με τον πολύ καλό μου φίλο τον Μιχάλη τον Πούγουνα, ο οποίος με ρώτησε αν θα κατέβαινα καθόλου στο Ηράκλειο. Λίγες μέρες μετά, στο πάρκο Γεωργιάδη στο Ηράκλειο, οι New Zero God, η μπάντα του Μιχάλη, είχε στήσει το τραπεζάκι της δίπλα στο Αυτόνομο Τσικάλι και περίμεναν τη σειρά τους για να παίξουν μπροστά στο κοινό που είχε μαζευτεί για να γιορτάσει τα πενήντα χρόνια του πάρκου και να εκδηλώσει την αντίθεσή του στην επερχόμενη «ανάπλαση» του. Ο Μιχάλης με σύστησε στον Μιχάλη Φωτιάδη, ο οποίος διαχειρίζεται το Αυτόνομο Τσικάλι, και αργότερα μου πρότεινε να του πάρω κάποια στιγμή συνέντευξη γιατί θα έχει πολλά να μου πει. Η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε ένα χρόνο αργότερα, στις 12 του φετινού Ιούλη, στον ίδιο χώρο, κι εγώ ακόμα να συνέλθω από αυτά που άκουσα και ξανάκουσα απομαγνητοφωνώντας την κουβέντα μας. Ο Μιχάλης Φωτιάδης είναι ένας άνθρωπος με αστείρευτη δύναμη και διάθεση για ζωή κι έτσι τα τελευταία εικοσιπέντε χρόνια της ζωής του συχνάζει μαζί με τους γιατρούς χωρίς σύνορα εκεί που υπάρχει ο θάνατος, προσπαθώντας να βοηθήσει με τα χέρια του όσο και όπως μπορεί. Άλλωστε, όπως είπε κι ο ίδιος κλείνοντας την κουβέντα μας «Αυτές είναι οι μικρές ανθρώπινες πράξεις που έχουν μεγάλο αντίκτυπο»…

Βαγγέλης: Μιχάλη πότε και που γεννήθηκες;
Μιχάλης: Γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη τον Μάη του ’68. Θα μπορούσα να πω στη Γαλλία, αλλά ας είμαστε ειλικρινής (γέλια). Πάντως ήταν σημαδιακό.
Βαγγέλης: Οπότε αυτό σημάδεψε και την πορεία της ζωής σου;
Μιχάλης: Δεν νομίζω ότι οι γονείς μου εκείνη την εποχή γνώριζαν τι συνέβαινε στη Γαλλία, αλλά το είχαν κανονίσει έτσι από πριν κι έτσι γεννήθηκα εκείνον τον Μάη. Πέρυσι π.χ. στα πενήντα χρόνια από τότε, ήμουν κι εγώ πενηντάρης, οπότε όλες οι εκδηλώσεις θα μπορούσαν να είναι παράλληλες…
Βαγγέλης: Με τα γενέθλια σου! (γέλια).
Μιχάλης: Ακριβώς! (πολλά γέλια)
Βαγγέλης: Βρισκόμαστε στο «Πάρκο Γεωργιάδη», στο Ηράκλειο της Κρήτης και θέλω να μου πεις πώς από τη Θεσσαλονίκη βρέθηκες στο Ηράκλειο.
Μιχάλης: Που να το φανταζόμουν την πρώτη φορά που ήρθα εδώ το ’86, ότι μετά από τόσα χρόνια θα ερχόμουν ξανά και ότι θα ήμουν σχεδόν μόνιμος κάτοικος, από σπόντες της ζωής.
Βαγγέλης: Τι προηγήθηκε;
Μιχάλης: Έφυγα από τη Θεσσαλονίκη γύρω στα δεκαοκτώ, όπως φεύγουν όλοι οι άνθρωποι από τη Θεσσαλονίκη (γέλια). Βρέθηκα σε όλο τον κόσμο με τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα και άλλες οργανώσεις.
Βαγγέλης: Πριν τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα τι έκανες;
Μιχάλης: Από τα δεκαοκτώ μέχρι τα εικοσιπέντε δούλευα σε ένα πράγμα που λέγεται ελληνικό δημόσιο και πιο συγκεκριμένα στο στρατό. Ήμουν στη Θεσσαλονίκη, πηγαινοερχόμουν, έκανα όμως τη ζωή που έκαναν και φίλοι μου ως φοιτητές, τα συγκροτήματα, τις μουσικές μου , να γράφω στο Rollin Under (σ.σ. Ιστορικό φανζίν που εξέδιδε στη Θεσσαλονίκη ο Μπάμπης Αργυρίου από το 1985 ως το 1992).
Βαγγέλης: Στο Rollin Under τι έγραφες;
Μιχάλης: Έγραφα ιστορίες. Μια πρώην κοπελιά μου μάλιστα συνέλεξε τις ιστορίες που έγραφα σε ένα βιβλιαράκι μαζί με φωτογραφίες, το οποίο το μοιράζαμε εδώ κι εκεί. Από τότε σταμάτησα να γράφω , κάτι που έχω δηλώσει και στο προσωπικό μου blog.
Βαγγέλης: Τι είδους ιστορίες;
Μιχάλης: Ήταν μικρές Rock ‘N’ Roll ιστορίες που τις διάβαζες και στο τέλος μπορούσες να προσθέσεις ένα play list. Οι ιστορίες ήταν λίγο βίαιες, λίγο παράταιρες, και ταίριαζαν με το Rollin Under.
Βαγγέλης: Οπότε και τα συγκροτήματα που αναφέρονταν ήταν εκείνης της εποχής;
Μιχάλης: Παλιά είχαμε μια μπάντα όπου τραγουδούσα και δώσαμε μία και μοναδική συναυλία παίζοντας διασκευές. Η μπάντα νομίζω λεγόταν Sidewalkers . Δύο από τα μέλη της έπαιξαν μετά στους «Λώλαμα». Ο Χρήστος Τζιώκος και ο Χρήστος Χατζηαθανασίου. Πηγαίναμε και σε συναυλίες, Εκτός Ελέγχου, Γκούλαγκ, Flowers of Romance. Έχω και μια κολλητή τη Στέισι, την Τασούλα την Μανδάλτση, που ήταν φαν των Flowers και των Λευκή Συμφωνία, έβγαζε ένα περιοδικάκι το “Stigmata”, της άρεσαν και οι “Sisters of Mercy”, οπότε από δω κι από κει… Φίλοι κολλητοί έπαιζαν σε διάφορες μπάντες, στους Fake στους «Νάνους», λίγο καταλήψεις, λίγο το “Berlin” (σ.σ. Ιστορικό ροκ μπαρ της Θεσσαλονίκης). Μετά, λίγο το δισκάδικο του Μπάμπη, λίγο βόλτες, ήταν μια εποχή παρατεταμένης εφηβείας .
Βαγγέλης: Όλα αυτά παράλληλα με το στρατό;
Μιχάλης: Ναι, ώσπου κάποια στιγμή τα παράτησα όλα και ξεκίνησα τις αποστολές με τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα.
Βαγγέλης: Με ποια ιδιότητα;
Μιχάλης: Τεχνικός, logistician –πηγαίνεις στο μέρος και ουσιαστικά στήνεις ένα νοσοκομείο. Ο γιατρός και ο νοσηλευτής ασχολούνται με την επιστήμη τους. Πολλοί άλλοι άνθρωποι όμως φροντίζουν ώστε να υπάρχει νερό, να στηθεί το νοσοκομείο, να διαχειρίζεσαι το προσωπικό, να αποθηκεύεις τα φάρμακα, να κάνεις τις ντόπιες αγορές. Τα πάντα, έτσι ώστε γιατροί και νοσηλευτές να αφοσιώνονται στο έργο τους.
Βαγγέλης: Θα ήθελα να μας θυμίσεις με λίγα λόγια τι είναι οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα, επειδή υπάρχουν πολλοί που ακούν για αυτούς αλλά δεν ξέρουν συγκεκριμένα τι είναι.
Μιχάλης: Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα είναι μια ιατρική ανθρωπιστική οργάνωση με κάποιες βασικές αρχές. Ιδρύθηκε στη Γαλλία το 1971 με βάση ότι δεν υπάρχουν σύνορα στην ανθρωπιστική βοήθεια. Τότε είχε γίνει κάτι στη Μπιάφρα: η κυβέρνηση της Νιγηρίας είχε αποκλείσει μια περιοχή και ο κόσμος πέθαινε από πείνα επειδή δεν υπήρχε πρόσβαση σε ιατρική βοήθεια. Αυτό το είδαν κάποιοι γιατροί που ήταν στον Ερυθρό Σταυρό. Ο Ερυθρός Σταυρός έχει μία αρχή να μη μιλάει για να προστατεύει τους ασθενείς. Έτσι εκείνοι είπαν ότι πρέπει να σπάμε σύνορα όταν υπάρχει ανάγκη. Διάφορα σύνορα, ακόμα και τα πολιτικά. Από το 1971 έως σήμερα έχουν περάσει 48 χρόνια. Η οργάνωση συνεχίζει. Μια μικρή ομάδα ανθρώπων έχει γίνει μια μεγάλη οργάνωση, μια μεγάλη μηχανή με χιλιάδες κόσμο που δουλεύει εκεί. Φυσικά, οι περισσότεροι από αυτούς δουλεύουν στις αποστολές, όπως αυτές που έχουμε στη Λέσβο, στη Χίο, στη Σάμο, στην Αθήνα. Ξαφνικά διαπιστώνεις ότι μπορείς να κάνεις κάτι άμεσο, με τα χέρια σου, ότι μπορείς να βοηθάς ενεργά.
Βαγγέλης: Ποια ήταν η πρώτη σου αποστολή;
Μιχάλης: Ξεκίνησα το ’95 στην Αρμενία και μετά πήγα για δυόμισι περίπου χρόνια στη Γάζα. Εκεί βλέπεις πραγματικά ότι οι πολιτικές των κρατών καταδικάζουν τους ανθρώπους σε μια μεγάλη φυλακή.
Βαγγέλης: Έμεινες στη Γάζα για δυόμιση συνεχόμενα χρόνια;
Μιχάλης: Στη Γάζα ναι. Μετά πήγα σε άλλα μέρη, στην Κεντρική Αμερική, στην Αφρική…
Βαγγέλης: Ήσουν διαφορετικός μετά από αυτά τα δυόμισι χρόνια ή απλά γύρισες και προσαρμόστηκες ξανά;
Μιχάλης: Δεν προσαρμόστηκα ποτέ. Με το που γύρισα στην Ελλάδα έφυγα για την Ελβετία, η βάση μου ήταν πλέον εκεί. Από την Ελβετία ξαναγύρισα στην Αθήνα αλλά και πάλι δυο φορές το μήνα ήμουν σε αποστολές ή επισκέψεις κι έτσι ζούσα κάπως μακριά. Φαντάσου, τέσσερα χρόνια στην Αθήνα αλλά πηγαινοερχόμουν συνέχεια. Τώρα προσπαθώ να ξαναμπώ σε μια κανονική ζωή αλλά μου τη δίνει.

Φωτό: Γιάννης Μπεχράκης

Βαγγέλης: Σου τη δίνει η αδράνεια;
Μιχάλης: Ναι, μου τη δίνει η αδιαφορία, η αδράνεια, η απάθεια, η μοιρολατρία. Το έχω δει και στην Αφρική στις αποστολές που έχω πάει, ότι ο κόσμος πολλές φορές αφήνεται. Αλλά βλέπω ότι αυτός ο κόσμος που βρίσκεται στα όρια του, βρίσκει τη δύναμη να κάνει πράγματα για τον εαυτό του. Απλά πράγματα, να ζεις σε μια σκηνή και να την ομορφαίνεις, να καθαρίζεις γύρω γύρω, να ελπίζεις τουλάχιστον. Αυτά που βλέπεις σε μια μεγάλη πόλη όπως το Ηράκλειο, η Αθήνα ή η Θεσσαλονίκη είναι θαρρείς και ο κόσμος ζει σε μια φούσκα. Ότι κάποιος άλλος πρέπει να είναι υπεύθυνος για αυτό που γίνεται και όχι ο ίδιος ο άνθρωπος.
Βαγγέλης: Πότε γύρισες από αποστολή και πως νιώθεις κάθε φορά που πηγαίνεις;
Μιχάλης: Τον Δεκέμβρη από το Κονγκό όπου είχαμε πάει για τον Έμπολα. Κάθε φορά που πηγαίνω σε αποστολή είναι σαν να πηγαίνω για πρώτη φορά. Απλά τώρα ξέρω πέντε πράγματα παραπάνω.
Βαγγέλης: Εννοείς τη διαφορετικότητα της κάθε χώρας;
Μιχάλης: Ναι, αλλά η χρυσή γραμμή που τις ενώνει είναι η ανθρωπιά. Όπου πας περπατάς και μαθαίνεις για Ρομά, για πρόσφυγες, για μετανάστες, για τον έναν, για τον άλλον.
Βαγγέλης: Μίλησέ μας λίγο για το πάρκο Γεωργιάδη….
Μιχάλης: Βρεθήκαμε στα γενέθλια του πάρκου, στην ουσία οργανώσαμε ένα διήμερο event για τα πενήντα χρόνια του. Ο Γεωργιάδης είναι παλιός δήμαρχος, η προτομή του βρίσκεται μέσα από την πλευρά του τείχους (σ.σ. μέσα από εκεί που πραγματοποιούνται τα έργα), γιατί ο δήμος και όλες οι δημοτικές παρατάξεις είπαν ότι είναι καιρός να το αναπλάσουν. Βλέπεις τα δέντρα, είναι από τους λίγους χώρους του Ηρακλείου με τόσα πολλά δέντρα, και τελικά έχει μείνει το μισό πάρκο κλειστό και έργα δεν γίνονται. Πέρυσι ακούγαμε πως θα κόψουν δέντρα, θα αλλάξουν ποικιλίες, θα περιφραχtεί γιατί εδώ υπάρχουν «χρήστες», θα φέρουν ιδιωτική εταιρεία security, θα κάνουν δημοτικό αναψυκτήριο. Ωραία, δεν ακούγεται κακό αυτό, όμως ανάπλαση στην Ελλάδα σημαίνει δυστυχώς άλλο πράγμα, σημαίνει ότι έχει περάσει ένας χρόνος και δεν έχουν γίνει πολλά πράγματα. Οι δικαιολογίες είναι ότι είχαμε πολλές βροχές το χειμώνα. Ωραία, τώρα δεν έχει βροχές, περιμένουμε το Σεπτέμβρη ή τον Οκτώβρη του 2020 για να παραδοθεί ολόκληρο. Πέρυσι η συναυλία μάζεψε πολύ κόσμο, ήταν πολύ καλά, έγιναν και πολλές άλλες εκδηλώσεις όπως το φεστιβάλ του Τηγανίτη, μιας αυτοδιαχειριζόμενης ποδοσφαιρικής ομάδας, και διάφορα άλλα φεστιβάλ. Εμείς έχουμε φτιάξει μια ομάδα, το «Αυτόνομο Τσικάλι», και μαγειρεύουμε σε τέτοιες εκδηλώσεις. Πέρυσι είχαμε πάει και στο αντιφασιστικό στα Ανώγεια, εδώ συμμετέχουμε σε όλες τις εκδηλώσεις, όπως στο περσινό αντιρατσιστικό, κάνουμε ό,τι μπορούμε καθώς είμαστε μια χαλαρή ομάδα ανθρώπων. Όπως καταλαβαίνεις, δεν μπορώ να κάθομαι. Συμμετείχα σε διάφορες δράσεις. Οπότε, γυρνώντας πίσω διαπιστώνεις ότι πρώτα από όλα πρέπει να πάρουμε λίγο τη ζωή στα χέρια μας. Ο καθένας ξεχωριστά, αλλά μετά να δούμε λίγο και το παραέξω.
Βαγγέλης: Το συλλογικό, το συμμετοχικό.
Μιχάλης: Ναι, δηλαδή εμείς έχουμε ένα πρόβλημα στη γειτονιά μας και δεν έχω δει ποτέ γειτονιές να μαζεύονται και να συζητάνε τι θα κάνουν με αυτό το πάρκο και να φτιάξουν μια μικρή ομάδα να πάει στο δήμαρχο να του δώσει ένα πλάνο. Να προστατεύσουμε σαν γειτονιά τις διαβάσεις που είναι για τα ΑΜΕΑ. Εμείς να πάμε και να βάλουμε ένα χαρτάκι που να γράφει «Μην παρκάρεις ξανά εδώ». Χωρίς άσκηση βίας.
Βαγγέλης: Υπάρχουν κάποιες ομάδες που κολλάνε ένα αυτοκόλλητο με το «είσαι γαϊδούρι»
Μιχάλης: Πάντα τα κουβαλάω (Μόλις τελειώνω τη φράση μου ο Μιχάλης βγάζει από την τσέπη του αυτοκόλλητα με το «είσαι γαϊδούρι» και πέφτει πολύ γέλιο). Πάντως γενικά υπάρχει αδιαφορία.
Βαγγέλης: Το βλέπεις αυτό να συμβαίνει και στο δικό σου περιβάλλον;
Μιχάλης: Εδώ στο Ηράκλειο αυτό που βλέπω είναι τους δικούς μας ανθρώπους. Δηλαδή, βλέπω π.χ. το παιδί που πέρασε προηγουμένως, (σ.σ. πριν ξεκινήσουμε την κουβέντα μας είχε έρθει περαστικός στη συντροφιάς μας ένας γνωστός του Μιχάλη οποίος ασχολείται και αυτός με το πάρκο), οι ομάδες που υπάρχουν, η κατάληψη του Ευαγγελισμού, το στέκι των μεταναστών, ναι αυτούς τους βλέπω. Όμως είμαστε λίγοι και πρέπει να ανοίξουμε προς τα έξω, ειδάλλως πώς θα πείσουμε τους υπόλοιπους, τους νοικοκυραίους αλλά και γενικά τους ανθρώπους που υπάρχουν δίπλα μας, ότι η αλληλεγγύη δεν είναι κάτι επικίνδυνο αλλά ανθρώπινο; Η αλληλεγγύη δεν είναι μόνο η φιλανθρωπία, δεν είναι κακό η εκκλησία να οργανώνει συσσίτια, δύο – τρεις οργανώσεις να δίνουν ρούχα. Αλληλεγγύη σημαίνει αν αύριο γίνει μια μεγάλη καταστροφή να κινητοποιηθεί ο κόσμος , να είναι προετοιμασμένος, να έχει βασικές γνώσεις, να τον ενδιαφέρει γείτονας του. Να μην είναι όλοι μόνο για τις παραλίες. Τώρα που είμαι στα καλύτερα μου σκέφτομαι μήπως είναι η ώρα να τα παρατήσω και να πάω να μείνω σε κανένα βουνό. Είδα χθες σε μια παραλία δύο τύπους που πήρανε δύο καφέδες και μόλις τους ήπιαν τους πέταξαν και έφυγαν. Το πρώτο πράγμα που σκέφθηκα είναι, «μα δεν υπάρχει αξιοπρέπεια;» Ένας πρόσφυγας ή ένα θύμα πολέμου στη μέση του πουθενά δεν θα το έκανε αυτό. Θυμάμαι στην πρώτη μου αποστολή στην Αρμενία μετά το μεγάλο σεισμό του ’89, οι άνθρωποι έμεναν σε κοντέινερ που έμπαινες μέσα και έλαμπαν. Είχαν μέσα ένα ράφι με βιβλία, ένα πιάνο, όλα ωραία, και ας έμεναν σε κοντέινερ χιλιάδες κόσμος. Αυτό σημαίνει αξιοπρέπεια.
Βαγγέλης: Ίσως έτσι επανεκτιμούν τη ζωή τους.
Μιχάλης: Δεν ξέρω αν έχουμε φτάσει σε σημείο να έχουμε απελπιστεί τόσο πολύ και να έχουμε γίνει μηδενιστές, να μη μας ενδιαφέρει τίποτα πέρα από τον εαυτό μας. Δεν ξέρω, είμαι ακόμα σοκαρισμένος. Μόλις σκέφτομαι ότι υπάρχουν δυνατότητες να κάνεις κάτι, κάνω μια βόλτα στην πόλη και ξενερώνω. Το Ηράκλειο είναι μια μεγάλη πόλη, δεν είναι χωριουδάκι, αλλά δε μπορούμε να σκεφτόμαστε πλέον, «θα πάρω τα βουνά, θα πάω σε ένα μικρό χωριό και θα φτιάξω μια ομάδα εγώ και οι δικοί μου.»
Βαγγέλης: Μα και εκεί δεν ξέρεις τι θα συναντήσεις και σε αυτή την περίπτωση θα βρεις αρνητικά προφανώς.
Μιχάλης: Ναι, το θέμα είναι υπάρχει περιθώριο να αλλάξουμε κάτι; Δεν ξέρουμε.
Βαγγέλης: Είναι αυτό που λες πως ο καθένας μόνος του πρέπει να αλλάξει τον εαυτό του και μετά τους γύρω του.
Μιχάλης: Οπότε αυτό ήταν με τους γιατρούς χωρίς σύνορα, τα τελευταία χρόνια αρχίζω και έχω την ανάγκη, μιας και μεγαλώνω κιόλας, να γυρνάω προς τα πίσω. Σε ένα χώρο για να μπορέσω να βάζω πέντε vτοματιές όπως και έχω και τρώω μια σαλάτα την εβδομάδα με τις τοματούλες μου, να κάθομαι να ακούω λίγο τη μουσικούλα μου και να σκέφτομαι φυσικά το κομμάτι που λέγεται επιβίωση. Δηλαδή ωραία όλα αυτά, δεν πρόκειται να πάρουμε σύνταξη, ξέρεις όλα αυτά της ηλικίας μας, παιδιά υπάρχουν, οπότε πρέπει να δεις πως μπορείς να τα φέρεις όλα σε μια ισορροπία.
Βαγγέλης: Στην Ελλάδα εννοείς σωστά;
Μιχάλης: Ναι, δεν χρειάζεται να φεύγεις συνέχεια, συνδυάζεις αυτό που κάνεις, είναι πλέον κομμάτι της ζωής σου και το κάνεις επίσης και για βιοπορισμό. Δεν θέλω να πω ότι είναι κακό οι άνθρωποι που πάνε στις αποστολές για χρόνια αλλά πρέπει να κανονίσω μια ισορροπία γιατί η περίοδος που θα ζήσουμε σε αυτό τον κόσμο είναι περιορισμένη και μετά τα πενήντα πρέπει να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε τι θα κάνουμε αλλά και πως θα δώσουμε πίσω πράγματα, την εμπειρία ζωής που έχουμε να την περάσουμε στα παιδιά μας και στον κόσμο γύρω μας. Θα δείξει.
Βαγγέλης: Οι γιατροί χωρίς σύνορα δεν είναι η βασική σου δουλειά; Δεν βιοποριζόσουν από αυτό;
Μιχάλης: Από το 1995 μέχρι τώρα ήταν η βασική μου δουλειά με αυτά που δίναν οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα. Τα τελευταία χρόνια έχω κάνει αποστολές και με την παγκόσμια οργάνωση υγείας των Ηνωμένων Εθνών. Ξέρεις τι γίνεται; Όταν περνάς πάρα πολύ καιρό σε αυτή τη φάση μετά από λίγο δεν μπορείς να δουλέψεις πίσω. Τι μπορώ να κάνω εγώ σε μια χώρα που γυρνάς πίσω; Δεν ξέρω.

Βαγγέλης: Τώρα τι κάνεις στην Ελλάδα πέρα από τα του πάρκου που γνωρίζω;

Μιχάλης: Ασχολούμαι με το Τσικάλι, ασχολούμαι με κάποια πράγματα της πόλης, βοηθάμε με τη σύντροφο μου, σαν άτομα πλέον, μετανάστες, πρόσφυγες σε διάφορα προβλήματα που έχουν, κινητοποιούμε λίγο κόσμο, τρέχουμε στα κρατητήρια, στην εισαγγελία, σε διάφορα, στον ελεύθερο μας χρόνο γιατί και οι δύο είμαστε άνεργοι τώρα. Από την άλλη είμαι ταμίας των γιατρών χωρίς σύνορα στο σωματείο, προσπαθώ γενικότερα να κάνω ότι μπορώ για να μην μένω άπραγος.
Βαγγέλης: Σήμερα η λίγων ημερών κυβέρνηση (σημ. Νέα Δημοκρατία) νομίζω ανακοίνωσε πως θα καταργηθεί ο ΑΜΚΑ στους μετανάστες.
Μιχάλης: Δεν καταλαβαίνω για ποιο λόγο. Ο ΑΜΚΑ είναι ένας αριθμός τον οποίο τον δίνουν σε όποιον έρχεται από μια ξένη χώρα και ζητά άσυλο ώστε να έχει δωρεάν πρόσβαση στη δημόσια υγεία όπως και οι κοινωνικά ευπαθείς ομάδες. Να σου πω την αλήθεια εκείνο το τάλιρο που πληρώναμε παλιά δεν υπήρχε μέχρι πρόσφατα. Πήγα στο νοσοκομείο γιατί όπως είπα γερνάμε και θέλουμε service και δεν πλήρωσα τίποτα, ούτε εκείνο το τάλιρο. Οπότε δεν καταλαβαίνω. Τις αλλαγές που θα έρθουν θα τις δούμε μπροστά μας και δε νομίζω να είναι θέμα ευρωπαϊκής πολιτικής, απλά είναι τόσο νωρίς που δεν μπορούμε να δούμε όλες τις αλλαγές.
Βαγγέλης: Μιχάλη είπες πως μεταξύ άλλων πήγες και στη Συρία, μια χώρα που πάρα πολύς κόσμος της έχει έρθει στην Ελλάδα θα ήθελα να μου πεις κάποιες εμπειρίες σου από εκεί και αν αυτοί θα έπρεπε τελικά να μείνουν σπίτια τους που λέει πολύς κόσμος.
Μιχάλης: Στη Συρία κάθισα σχεδόν ένα χρόνο, πήγα προς το τέλος του 2013. Τον πιο πολύ καιρό ήμουν στη Δαμασκό γιατί ήταν δύσκολο να πάμε στις άλλες πλευρές, πήγα και στο Χομς και στο Αλέπο και σε κάποιες άλλες περιοχές. Η Συρία λίγο έξω από τη Δαμασκό που πήγαινα στις αποθήκες μου, πέρα του ότι παντού υπήρχαν check point του στρατού ήταν μια κατεστραμμένη πόλη και ενίοτε έπεφταν ρουκέτες μέσα στην πόλη.
Βαγγέλης: Οπότε εκεί που εσύ καθόσουν στο γραφείο σου μπορεί να έπεφταν βόμβες.
Μιχάλης: Στο γραφείο μου είχαμε ένα πολύ ωραίο θραύσμα και η πόλη ζούσε μια τρομοκρατία. Η Δαμασκός ήταν του Άσαντ και λίγο πιο έξω… μετά από λίγο δεν καταλάβαινα ποιος ήταν. Είχα πάει στο Χαμίσιλ στα σύνορα με την Τουρκία, μια κουρδική πόλη με πολλούς χριστιανούς και έβλεπες ότι ζεις σε ένα τρόμο. Όταν έφυγα άρχισε να ανεβαίνει το ISIS. Μέχρι τότε ναι, υπήρχαν όλες αυτές οι ομάδες που κάποιες ήταν λαϊκές, κάποιες ήταν ισλαμικές, κάποιες ήταν του Άσαντ, κάποιες ήταν κουρδικές. Με το ISIS άρχισαν να γίνονται όλα αυτά που ακούμε. Αλλά ακόμα και να ήμουν στο χωριό μου και να μου έλεγαν ότι έρχονται αυτοί που συνήθως σφάζουν και κάνουν διάφορα θα έφευγα. Όταν έχεις τον φόβο για το τι θα πάθεις φεύγεις. Δεν είναι μόνο όταν το πάθεις. Οι άνθρωποι τι να κάνουν να μείνουν; Σε μια χώρα που από ότι έβλεπα είχε ένα επίπεδο ανάπτυξης, δρόμους, ηλεκτρισμό κτλ ξαφνικά βρίσκεται σε αυτό το χώρο. Φυσικά όταν λέμε ότι ήταν όλα μια χαρά, ήταν όλα ελεγχόμενα από ένα κόμμα, από μια οικογένεια, από μια ομάδα ανθρώπων, πάντα έτσι είναι, αλλά θυμάμαι ότι περπατούσες στους δρόμους, έβλεπες ανθρώπους με μακριά μαλλιά, με σκουλαρίκια , μπαράκια…
Βαγγέλης: Είχες πάει και πριν ξεκινήσουν όλα αυτά;
Μιχάλης: Όχι μιλάω κατά τη διάρκεια. Έβλεπες ανθρώπους. Καθόσουν σε ένα καφέ, έπινες τη μπύρα σου και δίπλα είχε ανθρώπους που έπιναν το τσάι τους ανθρώπους με καλυμμένα τα κεφάλια ή τα πρόσωπα τους, είχαν συνηθίσει να ζει ο ένας δίπλα στον άλλο. Ξαφνικά έγινε αυτό το πράγμα. Οπότε αυτοί οι άνθρωποι που να μείνουν; Οι προσωπικές ιστορίες που διηγούνταν οι άνθρωποι ήταν τρομακτικές. Πήγαιναν και τους έλεγαν «δε φαντάζομαι να καπνίζεις και να ακούς μουσική;», «γιατί ξυρίζεσαι;» . Φαντάσου ότι πέρα από τους αποκεφαλισμούς, είναι ο πόλεμος και ο φόβος ότι μπορεί να κάνεις κάτι λάθος και να έρθουν μια μέρα να σε συλλάβουν γιατί κάνεις κάτι το οποίο δεν το εγκρίνουν οι μουσουλμάνοι. Δηλαδή πρέπει να αφήσω μούσι, να μην καπνίζω, να μην ακούω μουσική; Πολλοί άνθρωποι έφυγαν γιατί ξαφνικά βρέθηκαν σε μια χώρα που πρέπει να είσαι καλός μουσουλμάνος. Όταν βρίσκεσαι σε ένα χαμό, σε ένα πόλεμο φεύγεις. Πριν δεν είχαν κανένα λόγο να φύγουν οι Σύριοι.
Βαγγέλης: Όντως και οι φωτογραφίες που έχουμε δει πριν από τον πόλεμο έδειχναν μια πολύ όμορφη και πολύχρωμη χώρα.
Μιχάλης: Ναι! Μετά είναι ο Λίβανος, μια παρόμοια χώρα με τις εσωτερικές τους διαμάχες. Στο Λίβανο θυμάμαι στο πανεπιστήμιο, δεν ξέρω αν ισχύει ακόμα, δεν έκαναν απογραφές γιατί υπήρχε μια συμφωνία πριν εκατό χρόνια, ότι η κυβέρνηση θα είναι έτσι, ο πρόεδρος χριστιανός, ο πρωθυπουργός μουσουλμάνος, τα μεγάλα γκρουπ ανθρώπων Δρούζοι, Σιίτες, Σουνίτες, Μαρωνίτες, χριστιανοί ορθόδοξοι κτλ έχουν τόσα άτομα στην κυβέρνηση ή στη βουλή. Φαντάσου, αν γίνει μια απογραφή αυτό μπορεί να ανατραπεί. Χώρες που βλέπεις Μερσεντές, μπαράκια και δίπλα να γίνεται χαμός. Όπως και δω, Θεσσαλονίκη και το Κόσοβο ήταν τρεις – τέσσερις ώρες και γινόταν πόλεμος.

Βαγγέλης: Φοβάσαι ότι μπορεί να γίνει και εδώ κάτι αντίστοιχο κάποια στιγμή;
Μιχάλης: Δε νομίζω, αυτή τη στιγμή δε συμφέρει κανέναν.
Βαγγέλης: Θα ήθελα να γυρίσουμε στη Συρία και να μας πεις πως βίωνες τους βομβαρδισμούς ειδικά τις ώρες που δεν εργαζόσουν. Ήταν όλη σου η μέρα αφιερωμένη στη δουλειά;
Μιχάλης: Ναι, γιατί μέναμε υποχρεωτικά σε ένα ξενοδοχείο, δεν μπορούσαμε να φύγουμε από κει. Οπότε το πρωί πηγαίναμε για δουλειά, στις αποθήκες με τα φάρμακα και το βράδυ ήμασταν μαζεμένοι στο ξενοδοχείο. Πίναμε καμιά μπύρα, λέγαμε καμιά χαζομάρα βλέπαμε καμιά ταινία, και ακούγαμε τους βομβαρδισμούς. Βομβάρδισαν και το ξενοδοχείο που μέναμε…
Βαγγέλης: Ήσασταν μέσα;
Μιχάλης: Μέσα ήμασταν αλλά δεν έπαθε κανένας τίποτα. Αυτές οι βόμβες είναι της πλάκας, είναι ρουκέτες οι οποίες πέφτουν όπου να ναι. Οπότε πως ζεις εκεί πέρα; Εκείνο το χειμώνα είχαμε χιόνια στη Δαμασκό, μια μέρα είχε έρθει η άνοιξη, ήταν Κυριακή πρωί και βγήκα έξω από το ξενοδοχείο, έκανα μια ωραία γύρα μέχρι την παλιά πόλη, ήπια ένα ποτό σε ένα πολύ ωραίο μπαράκι δεκατριών θέσεων και γύρισα πίσω. Έλεγα… δεν παν να ρίχνουν… τι να κάνω; Το έχουμε δει επίσης πολλές φορές σε πολέμους στην Αφρική. Στην ουσία λόγο του πολέμου και λόγο των απλών μέτρων που πρέπει να παίρνουμε και μείς γιατί έχουμε και νεκρούς δεν βλέπεις το που μένουν οι άνθρωποι. Τους βλέπεις να είναι άρρωστοι, να πεθαίνουν… τότε τι κάνεις; Προσπαθείς να βρεις την ευκαιρία να πας τουλάχιστον εκεί που μένουν, να καθίσεις να πιεις ένα τσάι. Αυτό σου δίνει και λίγη ενέργεια να συνεχίσεις. Αυτή πολλές φορές είναι η δική μας στρατηγική, να μην βγαίνουμε έξω από τα ξενοδοχεία για να μην έχουμε θύματα. Αν έχεις ένα, δύο, τρία θύματα δεν μπορείς να συνεχίσεις να παραμένεις.
Βαγγέλης: Οπότε η ομάδα φεύγει;
Μιχάλης: Για λόγους ασφαλείας. Είναι διαφορετικό να γίνει ένα ατύχημα, ακόμα και να πέσει μια βόμβα. Βέβαια αν πέσει μια βόμβα, έστω και κατά λάθος, σημαίνει ότι και πάλι φεύγεις γιατί είσαι σε εμπόλεμη περιοχή. Αλλά φαντάσου να είναι και εναντίον σου. Το σκέφτεσαι πολύ, μιλάς με τον κόσμο, αλλά στο τέλος δεν μπορείς να θυσιάζεις τους ανθρώπους σου. Έγραφα και στο blog μου κάποια πράγματα τότε, αλλά ήταν «μαυρίλα». Βέβαια οι άνθρωποι εκεί συνεχίζουν και ζουν.
Βαγγέλης: Μουσική άκουγες τότε; Προλάβαινες;
Μιχάλης: Βέβαια, απλά μετά το ’95 άρχισα να χάνω την επαφή με το τι γίνεται στη μουσική. Δηλαδή μέχρι το δύο χιλιάδες. Ήταν και η εποχή που δεν υπήρχε το YouTube, δεν υπήρχε ένα μέσον να βρω ένα συγκρότημα. Οπότε πας στην Αρμενία και έχεις μαζί σου κασέτες . Τι ακούς εκεί πέρα; Ράδιο. Λαϊκή μουσική της Αρμενίας, jazz, έχει πολύ ωραία jazz club στο Ερεβάν, και ότι ακούν οι άλλοι. Μετά στην Παλαιστίνη ακούς πολύ ωραία αραβική μουσική και πολύ ωραία Ισραηλινή μουσική, χάνεις λίγο τα δικά σου στοιχεία του ροκ. Μετά φεύγεις για λατινική Αμερική. Ξέχνα τα μετά. Εκεί γνώρισα τον napster. Τότε κατέβαζα αυτά που άκουγα πριν δέκα χρόνια. Γενικότερα όταν δεν μπορείς να παρακολουθήσεις το τι γίνεται ακούς πράγματα από άλλες κουλτούρες και ιστορίες.
Βαγγέλης: Ουσιαστικά μιλάμε ως τις αρχές του 2000;
Μιχάλης: Κάπου εκεί, ίσως ως το 2003. Στα Χανιά έχω μια αποθήκη με cd από όλο τον κόσμο με διάφορες μουσικές. Στο Μεξικό και την κεντρική Αμερική υπήρχαν συγκροτήματα λίγο hard λίγο hip hop με κάπως πιο σκληρό στιλ τύπου Cypress Hill…
Βαγγέλης: Μιχάλη μου λες τώρα μέσα σε όλο αυτό το πράγμα, αλλού ήταν βομβαρδισμοί, αλλού ήταν εμφύλιοι αλλού ήταν κάτι άλλο κατάφερνες και παρακολουθούσες και την ντόπια μουσική και παραγωγή;
Μιχάλης: Στη Συρία όχι τόσο πολύ. Θυμάμαι όταν ήμουν στον πόλεμο του ’98 στη Λιβερία, είχα μαζί μου πέντε κασέτες. Ήταν μία που είχε από την μία πλευρά το the score και από την άλλη το “Fu-Gee-La των Fugees”. Τώρα πως βρέθηκε αυτή η κασέτα; Την είχε κάποιος από πριν. Την άκουσα δεκαπέντε χιλιάδες φορές. Είχα και δυο τρία βιβλία τα οποία τα διάβασα δυο τρεις φορές. Τι να κάνω; Δεν υπάρχει χρόνος, δεν υπάρχει φως. Είχαμε κάτι φακούς σαν αυτούς που έχουν οι ανθρακωρύχοι. Αυτά που προσπαθούσα να διαβάσω ήταν για την ιστορία και την πολιτική ιστορία του μέρους όπου βρισκόμουν για να καταλάβω λίγο τι συμβαίνει. Διάβαζα επίσης αστυνομικά διηγήματα γιατί είναι κάτι που σε βγάζει τελείως από την καθημερινή μιζέρια και σε βοηθάνε να κρατάς κάποια απόσταση από αυτά που συμβαίνουν γύρω σου.
Βαγγέλης: Για να χαλαρώσουμε λίγο την κουβέντα μας, ποια είναι τα αγαπημένα σου συγκροτήματα;
Μιχάλης: Οι Sonic Youth για πολλούς και διάφορους λόγους και μέχρι εκεί που μπορούσα να παρακολουθήσω. Τους είχα δει και στο Ρόδον. Ήταν από τις τελευταίες συναυλίες που είχα δει για πολύ μεγάλο διάστημα. Οι Legendary Pink Dots για την μεγαλοφυΐα του Edward Ka-Spel, είχαν έρθει στη Θεσσαλονίκη. Όταν θέλω να γουστάρω ακούω Εκτός Ελέγχου, Γκούλαγκ, τα δικά μου, της γειτονιάς. Φυσικά μεγάλο respect στους Last Drive (έδειξε τη μπλούζα μου). Με τα πιο καινούργια δεν έχω πολύ επαφή.
Βαγγέλης: Οι New Zero God σου αρέσουν; (γέλια)
Μιχάλης: Οι New Zero God μου αρέσουν, είναι ελπιδοφόρο γκρουπ (γέλια). Με την ελληνική μουσική έκοψα τελείως λίγο μετά το ξεκίνημα των αποστολών. Για ένα διάστημα έγραφα στο slang.gr και είχα γράψει αυτό το λήμμα «τα ξένα». «Τι ακούς ελληνικά ή ξένα;» Τώρα τα μοναδικά cd που έχω στο σπίτι είναι New Zero God. Το διάστημα μεταξύ ’86 με ’88 ήταν punk, από τα πιο χαοτικά μέχρι τους Crass, Sex Pistols και Clash τους οποίους ακούω από τα δεκατέσσερα μου. Είναι το κομμάτι το οποίο σε διαμορφώνει . ‘Ένας άνθρωπος τότε μου έδωσε μια κασέτα των Clash, heavy metal άκουγα και γω όπως και όλα τα φυσιολογικά παιδιά (γέλια). Είμαστε εδώ και μιλάμε γιατί ένας τύπος στα δεκατέσσερα μου, μου έδωσε μια κασετούλα των Clash. Πάρε να ακούσεις μου είπε, άκουσα και είπα από δω και πέρα αυτά θα ακούω. Ας το ρίξουμε στο πολιτικό. Οπότε αυτό μου άλλαξε τη ζωή. Άκουγα και Doors. Τότε είχα χάλια μηχάνημα στο σπίτι. Ο πρώτος μου δίσκος ήταν η Διατάραξη της Κοινής Ησυχίας. Ένα άλλο συγκρότημα που άκουγα πολύ ήταν οι Dead Kennedys. Όλα αυτά τα συγκροτήματα με βοήθησαν και στην πολιτική μου συνείδηση γιατί σου ανοίγουν ένα τρόπο σκέψης, έτσι έμαθα και καλά αγγλικά.

Βαγγέλης: Ο Rotten των Sex Pistols έκανε κάτι περίεργες δηλώσεις ενώ ο Morrissey εμφανίσθηκε με κονκάρδα φασιστικού κόμματος. Σε επηρεάζουν όλα αυτά;
Μιχάλης: Τι να ξεχωρίζω τον άνθρωπο από τον καλλιτέχνη όπως είχε πει το ΚΚΕ για τον Θεοδωράκη; Όταν βγάζει ένα τραγούδι αυτός ο άνθρωπος ή ένα ποίημα ή κάτι πιο προσωπικό είναι δικό σου. Το παίρνεις και το χρησιμοποιείς.
Βαγγέλης: Εννοείς ως ακροατής, ως δέκτης;
Μιχάλης: Όταν γράφεις σε ένα fanzin στην πόλη σου, είτε κριτική ή παρουσίαση ενός δίσκου και αφορά κάποιον που μπορείς να δεις από κοντά και να του μιλήσεις ή να σου μιλήσει έχεις μια πιο άμεση σχέση. Τώρα με τον Morrissey…
Βαγγέλης: Οπότε ουσιαστικά δεν παύεις να ακούς Smiths ή κάτι άλλο…
Μιχάλης: Τα “Τake μe out tonight” (σημ. στίχος από το τραγούδι των Smiths “ There is a light and it never goes out”) τα λες όταν έχεις τσακωθεί με τη δικιά σου ή κάτι ανάλογο, ντύνεις τη μιζέρια σου με αυτά. Τη χαρά σου δεν τη ντύνεις. Τη φρίκη σου τη ντύνεις με τα δικά τους τραγούδια. Δεν έχουμε αυτοκτονήσει για να ξέρουμε τι θα βάλουμε σαν τελικό τραγούδι αλλά όλες τις άλλες στιγμές τις ντύνεις με τα ανάλογα τραγούδια. Στο You Tube βάζεις, Αγγελάκα, Κρίνα, Παπακωνσταντίνου, βάζεις να πιεις μια μπύρα ή ένα αναψυκτικό. Αν τα αφήσεις να παίζουν το ένα μετά το άλλο σιγά σιγά θα χαλάσει η διάθεση σου γιατί είναι αυτή η μουσική που θα σου θυμίσει πράγματα. Για μένα πάντα η μουσική υπήρχε για να συνοδεύει τις φρίκες μου. Από μικρό παιδάκι. Δεν είχα κανένα λόγο να είμαι φρικαρισμένος αλλά η εφηβεία μου ήταν χάλια παρόλο που έκανα ότι ήθελα. Οπότε όταν ακούσω Sex Pistols ή Smiths ακόμα και σήμερα γουστάρω. Ένας άλλος καλλιτέχνης που μου άρεσε πολύ από μικρός ήταν η Λένα Πλάτωνος. Είχα όλους τους δίσκους τους οποίους τους είχα ακούσει πρώτα από το δεύτερο πρόγραμμα.
Βαγγέλης: Μπορείς να μας πεις όλες τις χώρες που έχεις πάει;
Μιχάλης: Κάθισα πάρα πολύ καιρό στην Παλαιστίνη και στην Κεντρική Αμερική, Ονδούρα, Γουατεμάλα, Ελ Σαλβαδόρ, Κόστα Ρίκα, Μεξικό, Νικαράγουα, αυτές ήταν μεγάλες αποστολές. Από κει και πέρα, Κονγκό, Μοζαμβίκη, Συρία, Νιγηρία, Λιβερία, Σιέρα Λεόνε, Γουινέα , Γιουγκοσλαβία, Αρμενία και λίγο Γεωργία, Αιθιοπία στην οποία έχω πάει οκτώ φορές, Κεντροαφρικανική Δημοκρατία…
Βαγγέλης: Σε όλες αυτές τις περιοχές έμενες πολύ καιρό ή ανάλογα;
Μιχάλης: Κοίταξε, μιλάμε για χρόνια, στην Κεντρική Αμερική έμεινα πάνω από δύο χρόνια. Στην Παλαιστίνη δυόμισι χρόνια. Στη Λιβερία ένα χρόνο και μετά ενάμιση χρόνο στη Δυτική Αφρική. Σε άλλες μικρότερες χώρες λιγότερο. Είναι πολλές οι χώρες. Όταν κάθομαι πλέον με την κόρη μου και κοιτάμε σε πόσες χώρες έχουμε πάει έχουμε βάλει κάποιους όρους. Ότι σε χώρες που έχεις πάει πρέπει να έχεις κοιμηθεί. Αν είναι λιγότερο από ένα μήνα βάζουμε το τάδε χρώμα. Αν έχεις μόνο κατουρήσει είναι κάτι διαφορετικό, πχ όταν ήμασταν στην Κένυα περάσαμε τα σύνορα για Τανζανία, δεν έχει κάτι ιδιαίτερο για σύνορο, ένα παλούκι, πήγαμε εκεί και κατουρήσαμε. Οπότε βάλαμε ένα χρώμα και εκεί (γέλια).
Βαγγέλης: Υπάρχει μία χώρα που σε έχει σημαδέψει πιο πολύ από όλες;
Μιχάλης: Η Παλαιστίνη. Όταν ήμουν στη Γάζα δεν ήταν ελεύθερη αλλά υπήρχε έλεγχος των Ισραηλινών και μέσα στη Γάζα. Είναι μια τεράστια φυλακή. Όταν λέω Παλαιστίνη εννοώ τη Γάζα αλλά είναι όλη η κατάσταση μια τεράστια φυλακή. Είναι μια κατεχόμενη περιοχή την οποία οι Ισραηλινοί την έχουν κλείσει γύρω γύρω και ο κόσμος δεν μπορεί ούτε να μπει ούτε να βγει χωρίς τον έλεγχο του κράτους του Ισραήλ. Οποιαδήποτε στιγμή κλείνουν το ηλεκτρικό, κλείνουν το νερό, κλείνουν την πρόσβαση στη θάλασσα, κλείνουν την πρόσβαση έξω, στα προϊόντα. Θυμάμαι ότι κάποια στιγμή είχα νοιώσει ένα μεγάλο πόνο στην κοιλιά μου οπότε είπα στη σύντροφο μου πάμε στο νοσοκομείο στο Αλ Σίφα (σ.σ. νοσοκομείο της Γάζας). Πήγαμε αλλά δεν υπήρχαν τα απαραίτητα μέσα και μας είπαν καλύτερα να πάμε στο Ισραήλ γιατί θα έχετε και πιο εύκολη πρόσβαση και στο προξενείο σας και σε αεροπλάνο για να πάτε πιο εύκολα στην Ελλάδα αν χρειασθεί. Περιμέναμε πολύ ώρα στα σύνορα για να μπούμε στο Ισραήλ για πολλούς και διάφορους λόγους. Σε αυτά τα σύνορα έχει πεθάνει κόσμος επειδή δεν τους άφηναν να περάσουν ή τους καθυστερούσαν. Και γω θα μπορούσα να έχω κάτι πιο σοβαρό. Πήγαμε στο νοσοκομείο περιμένοντας άλλη μια ώρα στην είσοδο. Τελικά απέκτησα μια ουλή από μια απλή εγχείρηση. Δεν είχα τίποτα τρομακτικό αλλά έζησα από πρώτο χέρι το τι γίνεται εκεί πέρα. Δεν είναι μόνο ο πόλεμος, είναι η βία, η φτώχεια. Η φτώχεια είναι βία, είναι η έλλειψη δικαιοσύνης και πρόσβασης σε βασικά πράγματα.
Τώρα στην τελευταία αποστολή που ήμουν στον Έμπολα στο Κονγκό ήταν ο συνδυασμός πολέμου με μια μολυσματική αρρώστια. Ο τρόπος για να την περιορίσεις και ο τρόπος για να την περιορίσεις και να την εξαλείψεις είναι οι άνθρωποι να μην κολλάνε τον ιό από επαφές. Όταν έχεις πόλεμο δεν μπορείς να το κάνεις αυτό. Δηλαδή εμβολιασμούς, απομόνωση σε περίπτωση συμπτωμάτων και διάφορες άλλες απαραίτητες ενέργειες.
Βαγγέλης: Για το προσφυγικό τι έχεις να μας πεις για τη συμμετοχή των γιατρών χωρίς σύνορα.
Μιχάλης: Έχουμε προγράμματα. Βασικά εδώ και κάποια χρόνια έχουμε αποφασίσει να μην είμαστε μέσα στις δομές του υπουργείου μεταναστευτικής πολιτικής γιατί καταλαβαίνουμε ότι δεν είναι ο καλύτερος τρόπος να μαντρώνεις τους ανθρώπους σε σκηνές, σε συνθήκες διαβίωσης. Οπότε κάνουμε παράλληλα διάφορα προγράμματα αλλά είναι δύσκολα. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ότι πέρα του ότι υπάρχουν αυτοί οι άνθρωποι στους προσφυγικούς καταυλισμούς στα νησιά, είναι εγκλωβισμένοι και δεν μπορούν να φύγουν. Εκτός από αυτούς που είναι στους υπόλοιπους καταυλισμούς υπάρχουν και οι πιο τυχεροί που είναι στα σπίτια. Παίρνουν το χαρτί του ασύλου. Τους δίνουν ένα σπίτι και ένα επίδομα που πολλοί το κράζουν, το οποίο δεν το δίνει το ελληνικό κράτος αλλά η ευρωπαϊκή ένωση. Το ελληνικό κράτος και οι Ευρωπαίοι σπόνσορες δεν κάνουν τίποτα για την ένταξη τους το οποίο σημαίνει να τους διευκολύνει να μάθουν τη γλώσσα, να μάθουν μια καινούργια τέχνη ή να αναπτύξουν την τέχνη που ξέρουν. Να μάθουν πώς να κάνουν ΑΦΜ, φορολογική δήλωση, τι είναι το ένσημο, τι είναι οι φόροι. Οι άνθρωποι έχουν συνηθίσει στην απάθεια και το φόβο. Πρέπει ο κόσμος να έχει την ευκαιρία να ενταχθεί είτε εντός είτε εκτός Ελλάδας. Θέλουν χρόνο μετά από όλα αυτά που έχουν περάσει για να μη γίνει και ψυχική πάθηση ή κατάθλιψη ότι «ζω στο δρόμο». Αλλά δεν βλέπουν να γίνεται τίποτα. Ρατσισμό μεγάλο δεν έχουμε, μπορεί να συμβαίνουν κατά καιρούς κάποια πράγματα, ιδίως στα νησιά αλλά όχι σε μεγάλο βαθμό. Οι άνθρωποι αυτοί πρέπει να τους δοθεί η ευκαιρία να σταθούν οι ίδιοι στα πόδια τους. Σε λίγο θα έχουμε ανθρώπους στο δρόμο γιατί θα έχουν πάρει άσυλο αλλά μετά τι; Ας γίνει ένα εξαμηνιαίο πρόγραμμα επαγγελματικής ένταξης. Αν δεν τους αρέσει μετά ας σηκωθούν να φύγουν. Όχι πίσω, αυτό δε γίνεται, αλλά σε κάποιο άλλο κράτος. Υπάρχουν εγκαταλελειμμένα χωριά στην Ελλάδα, ας γίνει ένα πρόγραμμα Ελλήνων και ξένων ανέργων να πάνε να ξαναζωντανέψουν τα χωριά.
Βαγγέλης: Πολύς κόσμος λέει να τους γυρίσουμε πίσω.
Μιχάλης: Ο κόσμος είναι ενάντια σε κάτι που δεν καταλαβαίνει. Δεν έφαγαν κανενός το φαγητό. Όλη ο Νότια Κρήτη έχει ανθρώπους από το Πακιστάν και το Μπαγκλαντές που δουλεύουν στη Γη, στα θερμοκήπια εκτεθειμένοι στα κουνούπια . Μπορεί με την κλιματική αλλαγή κάποια στιγμή να έχουμε και ελονοσία όπως είχαμε στη Σπάρτη, στη Σκάλα Λακωνίας. Επίσης δουλεύουν με «μαύρα», δεν πληρώνουν φόρους, δεν έχουν κοινωνική ασφάλεια, δεν υπάρχει κάτι που να αποδεικνύει την ύπαρξη τους αν πάθουν κάτι. Δεν πληρώνουν φόρους και τα αφεντικά τους. Είναι μια αλυσίδα αλλά αυτοί οι άνθρωποι χρειάζονται για να δουλεύουν εκεί. Ας κάνει μια επιχείρηση το κράτος και να πει σε όλους αυτούς πως από δω και πέρα θα γίνονται όλα κανονικά. Άνθρωποι είναι και αυτοί. Είστε πατριώτες; Προσλάβετε όλους όσους δουλεύουν παράνομα ή παράτυπα. Αυτός είναι ο πατριωτισμός. Αυτοί τι να κάνουν; Απεργία;
Βαγγέλης: Θυμάσαι κάποια στιγμή να κινδύνεψες εσύ σε κάποια αποστολή;
Μιχάλης: Πάρα πολλές φορές που από κάποια στιγμή και μετά αρχίζεις και θεωρείς πως δεν είναι τόσο επικίνδυνα. Είναι επίσης πολύ συνηθισμένο το φαινόμενο σε κάποια μέρη να σε σταματάνε, παιδάκια, ψιλομεθυσμένα, με όπλα, με κρεμασμένα δαχτυλάκια στο λαιμό τους και να σου λένε κατέβα, δως μου ότι έχεις. Μας έχουν πάρει αμάξια. Μετά συνηθίζεις. Μια φορά οδηγούσα εγώ, είχαμε μπει στη Βηθλεέμ, ξαφνικά άρχισαν να πέφτουν δακρυγόνα του Ισραηλινού στρατού. Αμέσως έκανα όπισθεν, δάκρυα, και ένα χιλιόμετρο πίσω. Έχω πάθει δύο φορές ελονοσία. Πυροβολισμοί, σπασμένα τζάμια στο γραφείο, σπασμένα τζάμια στο αμάξι, σε διάφορα μέρη του κόσμου. Οπότε είσαι σε μια συνεχή έκθεση. Πας σε μια αποστολή, από τη μία είσαι σε μια ψυχολογική έκθεση σε πράγματα που δεν τα έχεις συνηθίσει, όπως να μην έχεις να φας, το νερό που πίνεις να είναι από ποτάμι, να πίνεις ζεστές μπύρες (γέλια) και από την άλλη έχεις την έκθεση σε αρρώστιες οποιασδήποτε μορφής, οπότε μαθαίνεις να μην πίνεις νερά, παγάκια, να μην τρως φρέσκα φρούτα και λαχανικά αλλά μόνο πολύ ψημένα. Φυσικά υπάρχει έκθεση και στις βόμβες. Δεν έχει πέσει ακόμα βόμβα πάνω μου για αυτό και είμαι εδώ (γέλια). Πολλοί συνάδελφοι όμως έχουν τραυματισθεί και έχουν σκοτωθεί. Υπάρχει και το ψυχολογικό όταν είσαι μάρτυρας ενός γεγονότος. Δεν έχω συνηθίσει να βλέπω δέκα νεκρούς ή ανθρώπους τραυματισμένους από σφαίρες. Δεν είμαι γιατρός. Ένας γιατρός μπορεί να βλέπει συνέχεια. Βλέπω ανθρώπους που μπορεί εδώ να σώζονταν από μια απλή πάθηση ενώ εκεί μπορεί να πεθάνουν.
Βαγγέλης: Έχει υπάρξει φορά να πεις σε ένα ταξίδι να πεις, αυτό ήταν φεύγω και σταματάω.
Μιχάλης: Ναι, τελευταία όσο μεγαλώνω. Όσο ήμουν στον Έμπολα, δεν ήμουν με τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα αλλά με τα Ηνωμένα Έθνη , έβλεπα τα πολιτικά παιχνίδια.
Βαγγέλης: Αυτό μου ακούγεται πιο πολύ σαν απογοήτευση και όχι φόβος.
Μιχάλης: Ναι απογοήτευση είναι, δεν έχω φοβηθεί ποτέ μου τόσο ώστε να θελήσω να τα παρατήσω. Πιο πολύ νευριάζω. Όταν στην Παλαιστίνη μου έλεγαν «που πας. Δεν θα πας πουθενά» και να με σημαδεύουν εκεί είναι που παίζεις το ρόλο που έχεις ήδη αποδεχθεί. Στέκεσαι μπροστά και μιλάς για την ανθρωπότητα. «Είμαι μια ανθρωπιστική οργάνωση, γιατί δε με αφήνεις να πάω εκεί όπου έχω ασθενείς;» Τις περισσότερες φορές ο κόσμος καταλαβαίνει.
Βαγγέλης: Δηλαδή σε αφήνουν να περάσεις.
Μιχάλης: Ναι. Στα παιδάκια με τα όπλα το ίδιο, ξέρουν το νοσοκομείο. Σου λένε «είναι από την άλλη φυλή όμως». Τους λες, «ναι αλλά μετά μπορείτε να έρθετε εσείς.» Καταλαβαίνουν και σε αφήνουν. Επίσης δεν τους αφήναμε εμείς να μπουν στο νοσοκομείο με όπλα, το νοσοκομείο είναι ιερό μέρος. Δεν αφήνουμε κανένα να μπει με όπλα, ούτε ο συνοδός του από όποια ομάδα και να είναι. Πρέπει πάντα να υπάρχει συνοδός για να μην πεθάνει κανείς και αρχίσουν οι κατηγορίες. Όταν σου ζητήσει τρία αμάξια του λες πάρε το ένα ή τα δύο αλλά άσε το ένα να φύγει η ομάδα. Ο κόσμος καταλαβαίνει όταν μιλάς. Όχι αν δείξεις ότι φοβάσαι ή το παίζεις τσαμπουκάς. Εκεί δεν είσαι για να μαλώνεις με όλο τον κόσμο. Για να το κλείσω, περνώντας τα χρόνια έχω αρχίσει να μαζεύω πολύ πράγμα στην ψυχή και στο κεφάλι και έχω αρχίσει να κουράζομαι πολύ, είναι τόσα πολλά μαζεμένα μέσα μου. Πολλές φορές νοιώθω πως έχω καεί σε κάποιες αποστολές από τη δουλειά όμως ή τα πολιτικά παιχνίδια. Είναι καλό να κάνεις αυτή τη δουλεία αλλά από ένα σημείο και μετά κουράζεσαι και χρειάζεσαι χρόνο να ξεμπερδέψεις ένα κουβάρι που έχεις μέσα σου. Τώρα είμαι σε αυτή τη διαδικασία. Είναι αυτό που λέγαν οι Blue Oyster Cult στην metal εποχή τους “veteran of a thousand psychic wars”. Είναι πόλεμοι ενάντια στον εαυτό σου, στο μυαλό σου, στον κόσμο. Λέγοντας όμως αυτό φαντάσου ότι υπάρχουν χιλιάδες άνθρωποι που ζουν σε απόλυτη φτώχεια, απόλυτη πολιτική μιζέρια, μη πρόσβαση σε βασικές ανθρώπινες ανάγκες και πάλι είναι με το χαμόγελο. Όποιος κάνει αυτή τη δουλειά για πολλά χρόνια μετά θα δυσκολευτεί πολύ να ενταχθεί σε μια κοινωνία.
Βαγγέλης: Τι γνώμη έχεις για το BDS και το να μην παίζουν μουσικοί στο Ισραήλ;
Μιχάλης: Το BDS είναι πολύ ευγενικό και καλά κάνουν. Οι καλλιτέχνες είναι ένα μέτρο πίεσης. Από την άλλη ο Ισραηλινός λαός είναι μια χαρά, όλοι οι λαοί είμαστε μια χαρά. Στο Ισραήλ υπάρχει και μια ωραία ροκ σκηνή και σίγουρα θα υπάρχουν και γαμάτες μουσικές. Από την άλλη είναι πίεση, δεν μπορείς να παίξεις σε μια χώρα που έχει ανθρώπους δεύτερης κατηγορίας , τους άραβες – παλαιστίνιους και ένα μεγάλο κομμάτι σε κατοχή. Ποια μέσα έχεις; Να κάνεις μποϊκοτάζ. Είναι προσωπική υπόθεση ενός καλλιτέχνη. Αν κάποιος πάει και παίξει δεν κάνει κακό γενικά, αλλά οι αντιδράσεις αυτών που πάνε και παίζουν καμιά φορά είναι λίγο αμφιλεγόμενες. Μην τη λες σε αυτούς που κάνουν μποϊκοτάζ. Όταν στο Ισραήλ πάει ο άλλος με ένα καραβάκι και τον σκοτώνεις, θες να του βουλιάξεις τη βάρκα του Παλαιστίνιου ή όταν πάει ο άλλος με μια σημαία και τον πυροβολούν στο κεφάλι, τότε το BDS είναι ένα πολύ ευγενικό κίνημα, «μην πας να παίξεις» λένε. Εγώ θα πήγαινα στο Ισραήλ για να δω τις ωραίες σκηνές , να δω τους ανθρώπους που αγωνίζονται κατά των πολιτικών, υπάρχουν πολλοί που αρνούνται να πάνε στο στρατό, αυτοί οι άνθρωποι να μην αποκλείονται. Αλλά δεν μπορείς να πας σε μια συναυλία και να πεις έξω οι τάδε. Εγώ αν ήμουν καλλιτέχνης δε θα πήγαινα να παίξω. Δύο πράγματα κάνεις, δεν παίζεις και λες δεν παίζω για τους συγκεκριμένους λόγους. Σε έχουν καλέσει και λες δεν παίζω. Σέβομαι τους ανθρώπους του BDS όπως σέβομαι και τους Αμερικάνους που λόγω Τραμπ δεν πήγαιναν στο Λευκό Οίκο ή έσκυβαν το κεφάλι στον Εθνικό ύμνο. Αυτές είναι οι μικρές ανθρώπινες πράξεις που έχουν μεγάλο αντίκτυπο.

Κάπου εδώ τελείωσε η κουβέντα μας με τον Μιχάλη Φωτιάδη στο Πάρκο Γεωργιάδη, είχε νυχτώσει, η κόρη του, η 12χρονη Αριάδνη μας έβγαλε μια αναμνηστική φωτογραφία και δώσαμε τα χέρια με ένα «καλή αντάμωση».

ΠΗΓΗ: merlins.gr

https://merlins.gr/index.php/blog/1273-2019-08-01-08-18-03?fbclid=IwAR07Rmw7RkfwyUChzagUY_JKGVp8b01SWgJczqQCnYTnVkyqEq5MHn3ocp4