Search

Γ. Αυγερόπουλος: Φοβάμαι πως η κοινωνία μας εκφασίζεται αργά και σταθερά

Επισκέφτηκα τον Γιώργο Αυγερόπουλο στο γραφείο του, στον Νέο Κόσμο, που βρίσκεται απέναντι από τα θρυλικά γραφεία της «Ελευθεροτυπίας». Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1971. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος στους μεγαλύτερους τηλεοπτικούς σταθμούς της Ελλάδας, καλύπτοντας θέματα εσωτερικής επικαιρότητας, αλλά και ως πολεμικός ανταποκριτής στα μέτωπα της Βοσνίας, της Κροατίας, του Ιράκ, του Αφγανιστάν, του Κοσόβου και της Παλαιστίνης. Κάλυψε γεγονότα που συγκλόνισαν τον κόσμο, όπως η εξέγερση στην Αλβανία, οι σεισμοί της Τουρκίας και του Ιράν και το ναυάγιο του MS Estonia, ενώ για τη δουλειά του έχει τιμηθεί με πολυάριθμες διακρίσεις από κρατικούς φορείς και μη κυβερνητικούς οργανισμούς.
Στο «AGORA II – Δεσμώτες» τον βλέπουμε να εστιάζει σε διάφορες πλευρές της πολιτικής, της κοινωνίας και της οικονομίας στη διάρκεια μιας πενταετίας (2015-2019). Οικονομική κρίση, ακροδεξιά, προσφυγικό, brain drain και Μακεδονικό είναι τα βασικά θέματα που πραγματεύεται το φιλμ. Πρωταγωνιστές, ο πρώην πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, ο πρώην υπουργός οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης, ένα ζευγάρι προσφύγων απ’ τη Συρία, μία τραγική μάνα, μία οικονομική μετανάστρια και ένας νέος γιατρός.
Η σπουδαιότητα αυτής της ταινίας έγκειται στο γεγονός ότι ο Γιώργος Αυγερόπουλος ήταν ο μοναδικός κινηματογραφιστής που μπόρεσε να καταγράψει με εικόνα και ήχο ορισμένες αυθεντικές στιγμές και παρασκήνια κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων της ελληνικής κυβέρνησης με τους δανειστές το δραματικό πρώτο εξάμηνο του 2015.
Κάπως έτσι, μετά το ευπώλητο βιβλίο την Ελένης Βαρβιτσιώτη και της Βικτώριας Δενδρινού με τίτλο «Η τελευταία μπλόφα: Το παρασκήνιο του 2015, οι συγκρούσεις, το Plan B» (εκδόσεις Παπαδόπουλος), η ταινία του Αυγερόπουλου έρχεται να αναδείξει, μέσω μιας άλλης οπτικής, τα γεγονότα που σημάδεψαν τη χώρα από τον Ιανουάριο μέχρι και τον Ιούλιο του 2015 αλλά και όσα ακολούθησαν τα επόμενα τέσσερα χρόνια.
Αυτή η καταγραφή αποδεικνύεται πολύ σημαντική, καθώς προσθέτει άλλο ένα κομμάτι στο παζλ εκείνων των ημερών. Φυσικά, η κινηματογραφική αποτύπωση συνεχίζεται και τα επόμενα έτη, σε άλλες ακανθώδεις στιγμές, όπως το Μακεδονικό ή η ολοκλήρωση του προγράμματος λιτότητας το καλοκαίρι του 2018. Πρόκειται για εξαιρετικά σπάνιο υλικό, με βάση το οποίο ο σκηνοθέτης δημιουργεί μια πολιτική, κοινωνική αλλά και μια βαθιά ανθρώπινη ταινία.
Κάποιες από τις σκληρές εικόνες που αντικρίζουμε στο φιλμ επικεντρώνονται στα προγράμματα σκληρής λιτότητας τα οποία προκάλεσαν μια άνευ προηγουμένου ανθρωπιστική καταστροφή. Δυόμισι εκατομμύρια πολίτες βρέθηκαν να ζουν κάτω από τα όρια της φτώχειας, το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 25%, ενώ οι άνεργοι ξεπέρασαν το 1 εκατομμύριο. Πολιτικοί, καθηγητές αλλά και προσωπικότητες διεθνούς βεληνεκούς μιλούν στην κάμερα του Γιώργου Αυγερόπουλου και μέσω των δικών τους αφηγήσεων αναζητούνται απαντήσεις για τις καθοριστικές πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις που βιώσαμε τα προηγούμενα χρόνια. Χαρακτηριστικά, ο φιλόσοφος Αλεν Μπαντιού υποστηρίζει, μεταξύ άλλων, ότι ήταν μια «πολιτική και ιδεολογική μάχη».
Εξαιρετικά ενδιαφέρουσες είναι οι τοποθετήσεις του Αλέξη Τσίπρα αλλά και του Γιάνη Βαρουφάκη. «Η δημιουργική ασάφεια ήταν τελικά προς όφελος των ισχυρών» επισημαίνει στην ταινία ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ την ίδια στιγμή ο πρώην υπουργός Οικονομικών δίνει τις δικές του ερμηνείες για το δραματικό παρασκήνιο του 2015, λέγοντας κάποια στιγμή για το δημοψήφισμα του Ιουλίου του 2015: «Επιλέξαμε την περιπέτεια από την ταπείνωση». Όσον αφορά εκείνο το χρονικό σημείο, άξια αναφοράς είναι και η φράση του πρώην πρωθυπουργού, ο οποίος μας πληροφορεί πως κάποια στιγμή είπε σε Μέρκελ και Ολάντ: «Μπορεί να μην έχουμε ρευστότητα στις τράπεζες, αλλά έχουμε αέρα και αναπνέουμε».
Οι συνέπειες της προσφυγικής κρίσης είναι ευδιάκριτες στην ταινία. Οι εικόνες από το στρατόπεδο της Μόριας και την Ειδομένη είναι αρκετές για να αντιληφθούμε τα προβλήματα υποδομών και φιλοξενίας, τα λάθη και την απελπισία, τις συγκρούσεις καθώς και πολλούς από τους λόγους που οδήγησαν στη μεγάλη ανθρωπιστική τραγωδία. Συγχρόνως παρατηρούμε το μεταδοτικό κύμα αγάπης και την ανταπόκριση των κατοίκων του νησιού της Λέσβου.
Επόμενος σταθμός της ταινίας οι δολοφονίες του Παύλου Φύσσα και του Ζακ Κωστόπουλου. Στο συγκεκριμένο φιλμ η Μάγδα Φύσσα δίνει μια ειλικρινή και συγκινητική συνέντευξη, στην οποία θα πει χωρίς δισταγμό για τα μέλη της Χρυσής Αυγής: «Να επιστρέψουν στις τρύπες τους». Ο Γιώργος Αυγερόπουλος παρουσιάζει κάποια αποσπάσματα από παλιότερη συνέντευξη του Ζακ Κωστόπουλου και, πέρα από τη στιγμή της δολοφονίας του στο κέντρο της Αθήνας, αναφέρεται στο χρονικό της υπόθεσης ως απόρροια του εκφασισμού της κοινωνίας που μεγεθύνθηκε στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης.
Μάλιστα, όπως αναφέρεται στην ταινία, μπορεί η Χρυσή Αυγή να έμεινε εκτός Βουλής, άφησε όμως πίσω της τους ψηφοφόρους της. Στο θέμα του Μακεδονικού είναι σίγουρο ότι θα προκαλέσει διάφορους σχολιασμούς μια φράση του Αλέξη Τσίπρα on camera, ο οποίος την ημέρα της ψήφισης της Συμφωνίας των Πρεσπών στη Βουλή ζητούσε επίμονα ένα μικρό σημειωματάριο. Οι συνεργάτες του, όμως, δεν έβρισκαν κι εκείνος, γελώντας, είπε: «Μήπως μιλάω μακεδονικά;». Ιστορικές στιγμές, κρίσιμες αποφάσεις, θυελλώδεις συνεδριάσεις, ώρες αγωνίας, έντασης και προσμονής, όλα όσα ζήσαμε παρελαύνουν με έναν δομημένο και άψογο κινηματογραφικό τρόπο.
Η ταινία του Γιώργου Αυγερόπουλου φωτίζει το αποκαλυπτικό παρασκήνιο που εκτυλίχθηκε πίσω από τις κλειστές πόρτες κυβερνητικών κτιρίων και κατοικιών αξιωματούχων, μέσα σε δωμάτια όπου πολύωρες διαπραγματεύσεις γεμάτες κρυφές προσφορές, μυστικές υποσχέσεις και ωμούς εκβιασμούς κατέληξαν σε δύσκολους συμβιβασμούς. Το σίγουρο είναι ότι περιγράφει με τον καλύτερο τρόπο το πέρασμα του ΣΥΡΙΖΑ στον πολιτικό ρεαλισμό.
Ο σπουδαίος ντοκιμαντερίστας δημιούργησε ένα σπάνιο οπτικοακουστικό ντοκουμέντο που αναμένεται να πυροδοτήσει έντονες συζητήσεις και ποικίλα σχόλια. Ένα κινηματογραφικό ψηφιδωτό της σύγχρονης ελληνικής τραγωδίας που θέτει θεμελιώδη ερωτήματα για το μέλλον τόσο της Ελλάδας όσο και της Ευρώπης.
Ποιος είναι ο στόχος της συγκεκριμένης ταινίας;
Να αποτελέσει ένα κομμάτι της ιστορικής μνήμης του λαού μας. Είναι το timelapse ενός λαού που μέσα σε σχεδόν πέντε χρόνια πέρασε από τον ενθουσιασμό στην απογοήτευση, που συμβιβάστηκε, που προσπάθησε σκληρά να επιβιώσει, που μετανάστευσε, που είδε πρόσφυγες να πλημμυρίζουν τις πόλεις του και αντέδρασε με αλληλεγγύη αλλά και με ξενοφοβία και ρατσισμό. Όπως και η πρώτη μου ταινία για την ελληνική κρίση, το «AGORA – Από τη Δημοκρατία στις Αγορές», το «AGORA ΙΙ – Δεσμώτες» αποτελεί ένα αντίδοτο στη λήθη. Είναι η συνέχειά της. Παίρνει το νήμα από κει που το άφησε το πρώτο μέρος, για να το φτάσει στο σήμερα. Πιστεύω πως έτσι οι μελλοντικές γενιές θα μπορούν να έχουν, μεταξύ άλλων πηγών, και μια ταινία τεκμηρίωσης που θα αφηγείται αυτή την ιστορική και ταραγμένη δεκαετία. Γιατί όσα ζήσαμε είναι πολύ σημαντικά για να ξεχαστούν.
Με την ολοκλήρωση της ταινίας αλλά και παρακολουθώντας από κοντά τις πιο σημαντικές στιγμές της σύγχρονης πολιτικής ιστορίας μας, πού καταλήξατε; 
Όλα ήταν μια αυταπάτη; Σωστά τις χαρακτηρίζετε ιστορικές στιγμές, γιατί πράγματι ήταν, όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για την Ευρώπη. Ήταν η πρώτη φορά που στην Ε.Ε. της κρίσης το νεοφιλελεύθερο δόγμα αναμετρήθηκε ανοιχτά με μια αριστερή κυβέρνηση, που ήρθε να το αμφισβητήσει. Κι αυτή η αναμέτρηση δεν ήταν συνδεδεμένη μόνο με την οικονομία. Ήταν μια ιδεολογικο-πολιτική αναμέτρηση υψίστης σημασίας. Η νίκη του ευρωπαϊκού κατεστημένου επί του Τσίπρα ήταν ένα ιδεολογικό εγχείρημα και η υποταγή του δεύτερου ήταν ένα μάθημα προς όλους: «Βλέπετε, ακόμα κι αυτοί είναι αναγκασμένοι να υποκύπτουν μπροστά στις επιταγές του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, γιατί τίποτε άλλο δεν είναι εφικτό». Και είναι αλήθεια πως η συνθηκολόγηση του Τσίπρα αποδυνάμωσε τις αριστερές δυνάμεις στην Ε.Ε. Δεν μπορείς να κατηγορήσεις μια κυβέρνηση που επιθυμεί να διαπραγματευτεί καλύτερους όρους. Αυτό για το οποίο μπορείς να την κατηγορήσεις, όμως, είναι η έλλειψη προετοιμασίας και η άγνοια σχετικά με τη λειτουργία του ευρωπαϊκού κατεστημένου. Έτσι, από την εποχή του ιδεαλισμού βρεθήκαμε στην εποχή του ρεαλισμού.
Ποιες δυσκολίες συναντήσατε και πώς καταφέρατε να σας αφηγηθούν κρίσιμες λεπτομέρειες πολιτικοί όπως ο Τσίπρας και ο Βαρουφάκης;
Έπρεπε να βρίσκομαι αρκετά κοντά στον Βαρουφάκη και στον Τσίπρα, ώστε να έχω πρόσβαση και να μπορώ να τους κινηματογραφώ, αλλά, ταυτόχρονα, αρκετά μακριά ώστε να μπορώ να βλέπω καθαρά. Θα ήθελα να τονίσω πως αυτή η πρόσβαση δεν ήταν αντικείμενο κάποιας συναλλαγής. Ο κ. Τσίπρας και ο κ. Βαρουφάκης δεν έχουν δει καν την ταινία. Προφανώς, η επίγνωση της βαρύτητας των στιγμών έκανε πιο σημαντικό το να πουν οι ίδιοι την ιστορία και όχι άλλοι για λογαριασμό τους ‒ ίσως και η κατανόηση της αξίας ενός ντοκιμαντέρ που θα γυριζόταν για χρόνια, παρακολουθώντας μια ολόκληρη περίοδο σε πολλά επίπεδα. Έτσι βρέθηκα στα παρασκήνια. Έκανα ό,τι καλύτερο μπορούσα για να βρεθώ όσο πιο κοντά γινόταν σε κάποιον που δεν ήταν ο υπουργός Οικονομικών ή ο πρωθυπουργός. Συνέβαινε κάτι και το έβλεπα στις εφημερίδες μετά από είκοσι ημέρες, συχνά γραμμένο λάθος. Δεν μπορούσα να μιλήσω όμως. Αν παρασυρόμουν από την ειδησεογραφία και τον θόρυβο της στιγμής, θα έθετα την πρόσβαση που μου είχε δοθεί σε κίνδυνο. Όφειλα να κρατηθώ όσο γινόταν πιο μακριά από τη φασαρία, τις συζητήσεις και την επικαιρότητα, εάν επιθυμούσα να καταγράψω τη μεγάλη εικόνα, την Ιστορία, με την ψυχραιμία και τη σοβαρότητα που της αξίζουν.
Αν σας ρωτούσα τι είναι αυτό που έμεινε στην ελληνική κοινωνία απ’ όλα αυτά τα συγκλονιστικά που συνέβησαν τα τελευταία πέντε χρόνια, τι θα μου απαντούσατε;
Ερείπια. Αυτό έμεινε. Όχι μόνο εξαιτίας των τελευταίων πέντε χρόνων αλλά και εξαιτίας αυτών που προηγήθηκαν. Ερείπια ψυχών και ανοιχτές πληγές στο σώμα μιας κοινωνίας που τραυματίστηκε βαρύτατα από τις πολιτικές των μνημονίων, από την προσδοκία για αλλαγή, από την απογοήτευση, από την ήττα. Τα τραύματα θα πάρουν πολύ χρόνο να επουλωθούν και η διαδικασία θα είναι επώδυνη. Τίποτα δεν έχει τελειώσει ακόμα.
 
Οδηγηθήκαμε σε έναν πιο συντηρητικό δρόμο; 
Πιστεύω πως η κοινωνία μας εκφασίζεται και συντηρητικοποιείται αργά και σταθερά. Κι αυτό δεν έχει να κάνει τόσο με την πολιτική τοποθέτηση του καθενός όσο με τη συμπεριφορά των ανθρώπων. Πολλοί πιστεύουν ότι από τη στιγμή που η Χρυσή Αυγή δεν μπήκε στη Βουλή μετά τις πρόσφατες εκλογές ο κίνδυνος έχει αποσοβηθεί. Θα ήθελα όμως εδώ να θυμίσω πως οι ψηφοφόροι της δεν εξαφανίστηκαν. Τα ρατσιστικά και ξενοφοβικά περιστατικά έχουν ριζώσει στις γειτονιές. Με αφορμή το Μακεδονικό εθνικιστικά αντανακλαστικά βγήκαν στην επιφάνεια και είναι σίγουρο πως θα ενταθούν την προσεχή περίοδο. Ένας άνθρωπος λιντσαρίστηκε μέρα μεσημέρι στο κέντρο της Αθήνας. Από το πουθενά άνοιξε το θέμα των εκτρώσεων, κάτι που η ελληνική κοινωνία το έχει ξεπεράσει και νομοθετήσει εδώ και καιρό. Γυρνάμε πίσω.
Πηγή Left Agenta Blogspot