Search

Η Ελληνική Ένωση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κατά Μουζάλα: “Διοικητικό χάος και υπονόμευση της διαδικασίας Ασύλου”

Την αντίθεση της στην  υποψηφιότητα του Γιάννη Μουζάλα για τη θέση του επιτρόπου του Συμβουλίου της Ευρώπης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα εκφράζει η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕλΕΔΑ) με επιστολή της προς το Συμβούλιο Υπουργών και την Κοινοβουλευτική Συνέλευση, τα δύο όργανα που εμπλέκονται στη διαδικασία εκλογής του νέου επιτρόπου.

Σύμφωνα με άρθρο της Εφ, Συν, τη Δευτέρα το Συμβούλιο Υπουργών εκλέγει τους τρεις υποψηφίους που θα περάσουν στην επόμενη και τελική φάση της διαδικασίας, η οποία λήγει με ψηφοφορία στην ολομέλεια της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης τον Ιανουάριο.

Η ΕλΕΔΑ επισημαίνει ότι η υποψηφιότητα του κ. Μουζάλα δεν συνοδεύεται από τεκμηριωμένη αξιολόγηση του έργου του στο υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής ως προς την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ενώ παραθέτει πλήθος τεκμήρια για το αντίθετο.

Αξιοποιεί μεταξύ άλλων τις εκθέσεις και τις γνωμοδοτήσεις της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, κατά το νόμο αρμόδιας να συμβουλεύει την ελληνική πολιτεία σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και να γνωμοδοτεί σε διεθνή φόρα για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ελλάδα, του Συνηγόρου του Πολίτη, της Επιτροπής κατά των Βασανιστηρίων του Συμβουλίου της Ευρώπης, αλλά και, όλως παραδόξως, του ίδιου του επιτρόπου του Συμβουλίου της Ευρώπης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, θέση για την οποία είναι υποψήφιος ο κ. Μουζάλας.

Το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει βρίσκεται στον αντίποδα των ισχυρισμών που προβάλλει η κυβέρνηση για να υπερασπιστεί την υποψηφιότητα του κ. Μουζάλα.

Η ανακοίνωση του διπλωματικού γραφείου του αρμόδιου αναπληρωτή υπουργού Εξωτερικών Γιώργου Κατρούγκαλου λίγες μέρες μετά την αιφινιδιαστική κατάθεση της υποψηφιότητας στο παρά πέντε της λήξης της προθεσμίας στις 20 Οκτωβρίου, χρησιμοποιεί ως επιχείρημα ότι ο κ. Μουζάλας διαχειρίστηκε το προσφυγικό «με αποτελεσματικότητα αλλά και αμετακίνητη προσήλωση στο σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου και στην προστασία των προσφύγων και των αδυνάτων».

Το συμπέρασμα της ΕλΕΔΑ είναι, αντιθέτως, ότι «ο κ. υπουργός δεν άσκησε πολιτική υπέρ της προστασίας των δικαιωμάτων αλλά υπέρ της υποκατάστασής τους από ένα πλαίσιο περιορισμών, παρεμβάσεων και αφόρητων διοικητικών πρακτικών».

Η οργάνωση υπενθυμίζει χαρακτηριστικές δηλώσεις, αποφάσεις και έργα του υπουργού, που δείχνουν ότι διαρκής μέριμνά του δεν ήταν η υπεράσπιση του κράτους δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ως πλέγματος εγγυήσεων απέναντι στην αυθαιρεσία της πολιτικής και κρατικής εξουσίας, αλλά το αντίθετο: αυθαίρετη επιβολή γεωγραφικού περιορισμού στα νησιά, περιορισμός των δικαιωμάτων όσων ζητούν άσυλο, υπονόμευση της διαδικασίας ασύλου, ανεπίτρεπτες παρεμβάσεις σε διοικητικά όργανα και τη δικαιοσύνη, πλήρης υιοθέτηση του δόγματος της αποτροπής και εργαλειακή χρησιμοποίηση της κράτησης και της διαδικασίας ασύλου, διοικητικό χάος και αποφυγή λογοδοσίας των αρχών για παραλείψεις που είχαν κόστος ανθρώπινες ζωές, πλήρης απαξίωση του διεθνούς προσφυγικού δικαίου και της Σύμβασης της Γενεύης, η οποία εξομοιώνεται ρητά με τα «σωσίβια των διακινητών», συστηματική απαξίωση των οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ευθεία παρέμβαση στο έργο και τη σύνθεση των ανεξάρτητων δευτεροβάθμιων επιτροπών ασύλου προκειμένου να εξυπηρετηθούν πολιτικές σκοπιμότητες, εκβιαστική συσχέτιση των εθελούσιων επιδοτούμενων απελάσεων με τη μη άσκηση του δικαιώματος προσφυγής κατά των αποφάσεων ασύλου, συμφωνία για τον παράνομο περιορισμό των αναχωρήσεων για οικογενειακή επανένωση.

«Είναι καταφανές ότι η αξιολόγηση της θητείας του υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής δεν πληροί τα εχέγγυα αξιοπιστίας για την πλήρωση των αρχών του Συμβουλίου της Ευρώπης. Για τους λόγους αυτούς διατηρούμε σοβαρές επιφυλάξεις για την υποψηφιότητα του κ. Μουζάλα για τη θεσμικά σημαντική θέση του επιτρόπου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων», καταλήγει η ΕλΕΔΑ.

Η ανακοίνωση της υποψηφιότητας του Ιωάννη Μουζάλα, από πλευράς ελληνικής κυβέρνησης, για τη θέση του επιτρόπου Ανθρώπινων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης μάς προκάλεσε βαθιά ανησυχία. Τούτο γιατί φοβόμαστε, όχι μόνο εμείς αλλά και πολύ μεγάλο μέρος του χώρου των δικαιωμάτων στη χώρα μας, ότι η θητεία του υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής δεν μπορεί να αποτιμηθεί ως προάγουσα τον σεβασμό των βασικών ανθρώπινων δικαιωμάτων.

Η θέση του επιτρόπου είναι ιδιαίτερα σημαντική, καθώς επιβλέπει την κατάσταση των ανθρώπινων δικαιωμάτων στις χώρες-μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης, εντοπίζει πιθανές ελλείψεις στον νόμο και τις διοικητικές πρακτικές, απευθύνει συστάσεις και παρακολουθεί την υλοποίησή τους, ενεργώντας σύμφωνα με τις πάγιες αρχές του Συμβουλίου της Ευρώπης, θεσμού εμβληματικού για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου.

Υπενθυμίζουμε ότι ο νυν επίτροπος Ανθρώπινων Δικαιωμάτων Nils Muznieks εξέφρασε τις σοβαρότατες ανησυχίες του που εγείρονται από τη «Συμφωνία» Ε.Ε.-Τουρκίας, σε σχέση με την προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων, αμέσως μετά τη δημοσιοποίηση αυτής.

Ο υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής, αντίθετα, επέμεινε στην απαρέγκλιτη εφαρμογή της «Συμφωνίας» και απέρριψε κάθε υπόδειξη εθνικού και διεθνούς οργάνου σχετικά με τις επιπτώσεις της στα ανθρώπινα δικαιώματα.

Και αν τελικά η «Συμφωνία» Ε.Ε.-Τουρκίας δεν έχει ακόμη πλήρως εφαρμοστεί, καθώς κανένας πρόσφυγας δεν έχει επιστραφεί παρά τη θέλησή του στην Τουρκία, αυτό οφείλεται στη σθεναρή αντίδραση οργανώσεων και φορέων της κοινωνίας των πολιτών, αλλά και δημόσιων λειτουργών.

Από τη μεριά του ο υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής έπραξε το καθετί προς την αντίθετη κατεύθυνση, όπως κατ’ εξοχήν την περσινή αλλαγή της σύνθεσης των Ανεξάρτητων Επιτροπών Ασύλου, μετά τις μη αρεστές αποφάσεις τους ως προς το ζήτημα περί του αν η Τουρκία είναι ασφαλής χώρα για την επιστροφή προσφύγων σε αυτήν, παρά τις πιεστικές ανάρμοστες παρεμβάσεις του προς το αντίθετο.

Η αλλαγή δε αυτή οδήγησε στην πρόσφατη πολλαπλά αμφισβητήσιμη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, εν όψει και της ισχυράς μειοψηφίας της, η οποία είναι βέβαιο ότι θα κριθεί από ευρωπαϊκά δικαστήρια, μεταξύ των οποίων και αυτό του Στρασβούργου, όπου έχει δικαίωμα παρέμβασης ο εκάστοτε επίτροπος Ανθρώπινων Δικαιωμάτων.

Με τον τρόπο αυτόν ήρθε σε ευθεία αντίθεση με τις πάγιες αρχές του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου.

Η εκ μέρους του κ. υπουργού υποστήριξη και εξύμνηση της «Συμφωνίας» Ε.Ε.-Τουρκίας θα έπρεπε τουλάχιστον να είχε προκαλέσει ενδοιασμούς για την υπόδειξή του για μια κορυφαία θεσμικά θέση, η οποία προϋποθέτει αταλάντευτη πορεία στην οδό του σεβασμού των δικαιωμάτων του ανθρώπου γενικότερα και στον σεβασμό των δικαιωμάτων των προσφύγων ειδικότερα. Η συνέπεια ως προς τις αρχές του Συμβουλίου της Ευρώπης φρονούμε ότι θα συνεκτιμηθεί κατά την αξιολόγηση όλων των υποψηφιοτήτων.

Ενα ακόμη ζήτημα που προκύπτει από την ανακοίνωση της υποψηφιότητας ενός εν ενεργεία υπουργού για μια σημαντική διεθνή θέση αφορά την αποτίμηση και την τεκμηρίωση του θετικού έργου που οδήγησε στην υποψηφιότητα αυτή.

Δυστυχώς, υπάρχει πληθώρα στοιχείων στην αντίθετη κατεύθυνση. Σειρά από εκθέσεις ελληνικών και διεθνών οργανώσεων και οργανισμών έχουν διατυπώσει σοβαρότατες επιφυλάξεις σχετικά με τη διαχείριση του προσφυγικού ζητήματος κατά τη θητεία του υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής από άποψη προστασίας προσφύγων/μεταναστών και διαφύλαξης των δικαιωμάτων τους.

Η πολιτική αυτή προκάλεσε τις απαράδεκτες συνθήκες εγκλωβισμού χιλιάδων προσφύγων και μεταναστών στα ελληνικά νησιά που οδήγησαν τον προηγούμενο χειμώνα σε απώλειες ανθρώπινων ζωών, από αμεριμνησία ως προς την παροχή των αναγκαίων συνθηκών υποδοχής, χωρίς να γίνει οποιαδήποτε έρευνα για την απόδοση των αναγκαίων ευθυνών.

Ο κίνδυνος δε επανάληψης παρόμοιων περιστατικών και τον φετινό χειμώνα έχει ήδη επισημανθεί από την Υπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, μεταξύ άλλων.

Η πολιτική αυτή ακόμα επιβάρυνε τις τοπικές κοινωνίες με τρόπο ανορθολογικό, χωρίς σχεδιασμό και στοιχειώδη συνεννόηση, με αποτέλεσμα κινδύνους για την κοινωνική και πολιτική ομαλότητα με τον προϊόντα εκφασισμό τμημάτων τους, ευτυχώς ακόμα μικρών.

Παράλληλα, έχουν σωρευθεί και επιδρούν παραλυτικά πολλαπλά ζητήματα ανεπαρκούς λειτουργίας του διοικητικού μηχανισμού και συγκρότησης του υπουργείου, δύο και πλέον χρόνια μετά την τοποθέτησή του.

Αντιλαμβανόμαστε ότι η στήριξη της «Συμφωνίας» Ε.Ε.-Τουρκίας αποτελεί κεντρική πολιτική επιλογή της ελληνικής κυβέρνησης και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, προς την οποία ομονοούν περισσότερο ή λιγότερο οι πολιτικές δυνάμεις της αντιπολίτευσης.

Πλην όμως, η προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων δεν μπορεί να είναι ζήτημα πολιτικού συσχετισμού. Η προστασία που οφείλει να παρέχεται στον καθένα αποτελεί την ελάχιστη κατάκτηση του κράτους δικαίου, πάνω στην οποία έχουν οικοδομηθεί οι σύγχρονες δημοκρατικές κοινωνίες.

Η εν λόγω «Συμφωνία» απειλεί να αποτελέσει υπόδειγμα ανατροπής του μεταπολεμικού πλαισίου προσφυγικής προστασίας και η προσπάθεια για απαρέγκλιτη εφαρμογή της επέφερε ρηγματώσεις στο κράτος δικαίου.

Και εάν ακόμα θεωρηθεί αναγκαστική επιβολή η «Συμφωνία», εμείς κατορθώσαμε το χειρότερο: ο εγκλωβισμός και η εξαθλίωση των αιτούντων προστασία να υπερβαίνουν -κατά τρόπο σχεδόν τιμωρητικό- τις προβλέψεις και τους όρους της.

Ολοι επικρίνουμε την πολιτική χωρών της Κεντρικής Ευρώπης που στοχοποιούν τους πρόσφυγες και δεν αναλαμβάνουν το μερίδιο που τους αναλογεί ως μέλη της Ε.Ε. Για να είναι όμως η κριτική μας πειστική, οφείλει να είναι συνεπής με την ασκούμενη πολιτική μας.

Με βάση τα παραπάνω καλούμε την ελληνική κυβέρνηση να επανεξετάσει την επιλογή της ως προς τη συγκεκριμένη πρόταση για κάλυψη της θέσης του επιτρόπου Ανθρώπινων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης.